ὀψιότης: Difference between revisions

From LSJ

δι' ἐρημίας πολεμίων πορευόμενος → he marched on without finding any enemy, his route lay through a country bare of enemies

Source
(6_12)
(30)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀψῐότης''': -ητος, ἡ, οὐσιαστ. τοῦ [[ὄψιος]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ πρωϊότης, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 4. 11, 9.
|lstext='''ὀψῐότης''': -ητος, ἡ, οὐσιαστ. τοῦ [[ὄψιος]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ πρωϊότης, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 4. 11, 9.
}}
{{grml
|mltxt=[[ὀψιότης]], ἡ (Α) [[όψιος]]<br />[[αργοπορία]], [[βραδύτητα]].
}}
}}

Revision as of 12:12, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀψῐότης Medium diacritics: ὀψιότης Low diacritics: οψιότης Capitals: ΟΨΙΟΤΗΣ
Transliteration A: opsiótēs Transliteration B: opsiotēs Transliteration C: opsiotis Beta Code: o)yio/ths

English (LSJ)

ητος, ἡ,

   A lateness, opp. πρωϊότης, Thphr.CP4.11.9.

German (Pape)

[Seite 433] ητος, ἡ, Verspätung, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

ὀψῐότης: -ητος, ἡ, οὐσιαστ. τοῦ ὄψιος, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ πρωϊότης, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 4. 11, 9.

Greek Monolingual

ὀψιότης, ἡ (Α) όψιος
αργοπορία, βραδύτητα.