παντάγαθος: Difference between revisions

From LSJ

Βέβαιον οὐδέν ἐστιν ἐν θνητῷ βίῳ → Nihil, ut videtur, proprium in vita datur → Nichts Festes gibt's im Leben eines Sterblichen

Menander, Monostichoi, 57
(6_14)
(30)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παντάγαθος''': ὁ, [[ὅλως]] [[ἀγαθός]], Ἐκκλ.˙ - παντάγαθον, τό, καλὸν διὰ πάντα, ἐπὶ ἐμπλάστρου τινός, Γαλην. 13. 734 (τὰ Ἀντίγραφα -αγάθιον).
|lstext='''παντάγαθος''': ὁ, [[ὅλως]] [[ἀγαθός]], Ἐκκλ.˙ - παντάγαθον, τό, καλὸν διὰ πάντα, ἐπὶ ἐμπλάστρου τινός, Γαλην. 13. 734 (τὰ Ἀντίγραφα -αγάθιον).
}}
{{grml
|mltxt=-ον, ΜΑ<br />[[αγαθός]] σε όλα, [[πανάγαθος]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[ωφέλιμος]] για όλα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παντ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ἀγαθός]].
}}
}}

Revision as of 12:13, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παντάγᾰθος Medium diacritics: παντάγαθος Low diacritics: παντάγαθος Capitals: ΠΑΝΤΑΓΑΘΟΣ
Transliteration A: pantágathos Transliteration B: pantagathos Transliteration C: pantagathos Beta Code: panta/gaqos

English (LSJ)

[ᾰγ], ον,

   A wholly good, Supp.Epigr.6.125 (Cotiaeum).

German (Pape)

[Seite 462] zu Allem gut, für Alles heilsam, Kräuter u. dgl., Sp.

Greek (Liddell-Scott)

παντάγαθος: ὁ, ὅλως ἀγαθός, Ἐκκλ.˙ - παντάγαθον, τό, καλὸν διὰ πάντα, ἐπὶ ἐμπλάστρου τινός, Γαλην. 13. 734 (τὰ Ἀντίγραφα -αγάθιον).

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
αγαθός σε όλα, πανάγαθος
αρχ.
ωφέλιμος για όλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παντ(ο)- + ἀγαθός.