τετραβόειος: Difference between revisions

From LSJ

λόγος γέ τοί τις ἔστι τῶν γεραιτέρων, ὅσ' ἂν ἀνόητ' ἢ µῶρα βουλευσώµεθα, ἅπαντ' ἐπὶ τὸ βέλτιον ἡµῖν ξυµφέρειν → there is in fact a saying among the elders, that whatever thoughtless, stupid decisions we make, they all turn out for the best for us

Source
(6_17)
(41)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τετρᾰβόειος''': -ον, ὁ ἀποτελούμενος ἐκ τεσσάρων βοείων δορῶν, ἐπὶ ἀσπίδος, τετρ. [[σάκος]] Καλλ. εἰς Ἀρτ. 53, Κόϊντ. Σμυρν. 6. 547.
|lstext='''τετρᾰβόειος''': -ον, ὁ ἀποτελούμενος ἐκ τεσσάρων βοείων δορῶν, ἐπὶ ἀσπίδος, τετρ. [[σάκος]] Καλλ. εἰς Ἀρτ. 53, Κόϊντ. Σμυρν. 6. 547.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που αποτελείται από [[τέσσερα]] δέρματα βοδιού («σάκει ἴσα τετραβοείων», <b>Καλλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[βόειος]] (<span style="color: red;"><</span> [[βοῦς]]), <b>πρβλ.</b> <i>πολυ</i>-[[βόειος]].
}}
}}

Revision as of 12:50, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετρᾰβόειος Medium diacritics: τετραβόειος Low diacritics: τετραβόειος Capitals: ΤΕΤΡΑΒΟΕΙΟΣ
Transliteration A: tetrabóeios Transliteration B: tetraboeios Transliteration C: tetravoeios Beta Code: tetrabo/eios

English (LSJ)

ον,

   A of four bull-hides, Call.Dian.53, Q.S.6.547.

German (Pape)

[Seite 1096] = τεσσαράβοιος; Callim. Dian. 52; Qu. Sm. 6, 547.

Greek (Liddell-Scott)

τετρᾰβόειος: -ον, ὁ ἀποτελούμενος ἐκ τεσσάρων βοείων δορῶν, ἐπὶ ἀσπίδος, τετρ. σάκος Καλλ. εἰς Ἀρτ. 53, Κόϊντ. Σμυρν. 6. 547.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που αποτελείται από τέσσερα δέρματα βοδιού («σάκει ἴσα τετραβοείων», Καλλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -βόειος (< βοῦς), πρβλ. πολυ-βόειος.