σφαιρίον: Difference between revisions
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος → Christ is risen from the dead, trampling down death by death, and upon those in the tombs bestowing life
(6_22) |
(40) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σφαιρίον''': τό, ὡς τὸ [[σφαιρίδιον]], ὑποκορ. τοῦ [[σφαῖρα]], Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 3. 7, 4, Πλάτ. Ἐπιστ. 312D· [[σφαῖρα]] ἄνθους, [[κόρυμβος]], Διοσκ. 2. 213. ΙΙ. [[μόριον]], ἄτομον, Δημόκρ. ἐν Ἀριστ. περὶ Ψυχῆς 1. 4, 19. ΙΙΙ. στρογγύλον τι [[σημεῖον]] δυνάμει τοῦ ὁποίου ὁ φέρων ἐλάμβανε δῶρόν τι ὁριζόμενον δι’ [[αὐτοῦ]], Δίων Κ. 61. 18. IV. τὸ [[ἄκρον]] τῆς [[ῥινός]], «τὸ δὲ [[ἀκρορρίνιον]] ὅλον [[σφαιρίον]]» [[Πολυδ]]. Β΄, 80, Ὀρειβάσ. ἔκδ. Mai σ. 59, 60, 100, 101. | |lstext='''σφαιρίον''': τό, ὡς τὸ [[σφαιρίδιον]], ὑποκορ. τοῦ [[σφαῖρα]], Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 3. 7, 4, Πλάτ. Ἐπιστ. 312D· [[σφαῖρα]] ἄνθους, [[κόρυμβος]], Διοσκ. 2. 213. ΙΙ. [[μόριον]], ἄτομον, Δημόκρ. ἐν Ἀριστ. περὶ Ψυχῆς 1. 4, 19. ΙΙΙ. στρογγύλον τι [[σημεῖον]] δυνάμει τοῦ ὁποίου ὁ φέρων ἐλάμβανε δῶρόν τι ὁριζόμενον δι’ [[αὐτοῦ]], Δίων Κ. 61. 18. IV. τὸ [[ἄκρον]] τῆς [[ῥινός]], «τὸ δὲ [[ἀκρορρίνιον]] ὅλον [[σφαιρίον]]» [[Πολυδ]]. Β΄, 80, Ὀρειβάσ. ἔκδ. Mai σ. 59, 60, 100, 101. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=το, ΜΑ [[σφαίρα]]<br />(υποκορ. του [[σφαίρα]]) μικρή [[σφαίρα]], [[σφαιρίδιο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[κόκκος]] διαφόρων δένδρων («[[σφαιρία]] τὰ κυπαρίσσου», Ορειβ.)<br /><b>2.</b> το σφαιρικό [[σπέρμα]] του πλατάνου<br /><b>3.</b> το κυλινδρικό [[σπέρμα]] της λεύκας<br /><b>4.</b> [[μόριο]] ή [[άτομο]]<br /><b>5.</b> [[αντικείμενο]] στρογγυλού σχήματος με την [[προσαγωγή]] του οποίου αυτός που το έφερνε έπαιρνε ένα παρεμφερές [[δώρο]]<br /><b>6.</b> η [[άκρη]] της [[μύτης]]<br /><b>7.</b> [[χάπι]], καταπότιο<br /><b>8.</b> σφαιρικό ζαχαρωτό<br /><b>9.</b> [[είδος]] εμπλάστρου. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:52, 29 September 2017
English (LSJ)
τό, Dim. of σφαῖρα, Pl.Ep.312d; oak-
A gall, Thphr.HP3.7.4; ivy-berry, Dsc.2.179; globular catkin of the πλάτανος, Id.1.79, Cleom.1.10 fin.; but, cylindrical catkin of λεύκη, Dsc.1.81. II molecule, atom, Democr. ap.Arist.de An.409a12. III round ball or token, entitling the bearer to a present specified upon it, D.C.61.18. IV the end of the nose, Poll.2.80, Heliod. ap. Orib.45.26.1, 48.32.3, Ruf.Onom.38, Sor. Fasc.11. V pill, Lycus ap.Orib.8.43.1, Archig.ib.8.46.16, Gp.7.13.2. VI sugar-plum, sweetmeat, POxy.920.9,11 (ii/iii A.D.). VII name of a plaster, Aët.15.36, Paul.Aeg.7.17. VIII dub. sens. in Inscr.Délos 1432 Bai 14 (ii B.C.).
Greek (Liddell-Scott)
σφαιρίον: τό, ὡς τὸ σφαιρίδιον, ὑποκορ. τοῦ σφαῖρα, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 3. 7, 4, Πλάτ. Ἐπιστ. 312D· σφαῖρα ἄνθους, κόρυμβος, Διοσκ. 2. 213. ΙΙ. μόριον, ἄτομον, Δημόκρ. ἐν Ἀριστ. περὶ Ψυχῆς 1. 4, 19. ΙΙΙ. στρογγύλον τι σημεῖον δυνάμει τοῦ ὁποίου ὁ φέρων ἐλάμβανε δῶρόν τι ὁριζόμενον δι’ αὐτοῦ, Δίων Κ. 61. 18. IV. τὸ ἄκρον τῆς ῥινός, «τὸ δὲ ἀκρορρίνιον ὅλον σφαιρίον» Πολυδ. Β΄, 80, Ὀρειβάσ. ἔκδ. Mai σ. 59, 60, 100, 101.
Greek Monolingual
το, ΜΑ σφαίρα
(υποκορ. του σφαίρα) μικρή σφαίρα, σφαιρίδιο
αρχ.
1. ο κόκκος διαφόρων δένδρων («σφαιρία τὰ κυπαρίσσου», Ορειβ.)
2. το σφαιρικό σπέρμα του πλατάνου
3. το κυλινδρικό σπέρμα της λεύκας
4. μόριο ή άτομο
5. αντικείμενο στρογγυλού σχήματος με την προσαγωγή του οποίου αυτός που το έφερνε έπαιρνε ένα παρεμφερές δώρο
6. η άκρη της μύτης
7. χάπι, καταπότιο
8. σφαιρικό ζαχαρωτό
9. είδος εμπλάστρου.