ταρτήμορον: Difference between revisions
From LSJ
ἀναγκαίως δ' ἔχει βίον θερίζειν ὥστε κάρπιμον στάχυν, καὶ τὸν μὲν εἶναι, τὸν δὲ μή → But it is our inevitable lot to harvest life like a fruitful crop, for one of us to live, one not. (Euripides, Hypsipyle fr. 60.94ff.)
(6_21) |
(40) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ταρτήμορον''': τό, [[ὄνομα]] μέτρου, Ἐπιγρ. Ἀθηνῶν, CIA. ΙΙ. 476. ― Ἐν τῷ Θησ. Στεφ. φέρεται μόνον [[ταρτημόριον]] ἐκ τοῦ Ἡσυχίου καὶ τοῦ Φωτίου ὡς [[ὄνομα]] νομίσματος, Συναγωγὴ Λέξ. Ἀθησ. Κουμανούδη. | |lstext='''ταρτήμορον''': τό, [[ὄνομα]] μέτρου, Ἐπιγρ. Ἀθηνῶν, CIA. ΙΙ. 476. ― Ἐν τῷ Θησ. Στεφ. φέρεται μόνον [[ταρτημόριον]] ἐκ τοῦ Ἡσυχίου καὶ τοῦ Φωτίου ὡς [[ὄνομα]] νομίσματος, Συναγωγὴ Λέξ. Ἀθησ. Κουμανούδη. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=τὸ, Α<br />[[ονομασία]] μέτρου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[αντί]] <i>τεταρτήμορον</i> / [[τεταρτημόριον]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:55, 29 September 2017
Greek (Liddell-Scott)
ταρτήμορον: τό, ὄνομα μέτρου, Ἐπιγρ. Ἀθηνῶν, CIA. ΙΙ. 476. ― Ἐν τῷ Θησ. Στεφ. φέρεται μόνον ταρτημόριον ἐκ τοῦ Ἡσυχίου καὶ τοῦ Φωτίου ὡς ὄνομα νομίσματος, Συναγωγὴ Λέξ. Ἀθησ. Κουμανούδη.
Greek Monolingual
τὸ, Α
ονομασία μέτρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. αντί τεταρτήμορον / τεταρτημόριον.