σφαῖρος: Difference between revisions
From LSJ
Θησαυρός ἐστι τῶν κακῶν κακὴ γυνή → Ingens mali thesaurus est mulier mala → Ein Schatz an allem Schlechten ist ein schlechtes Weib
(6_16) |
(40) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σφαῖρος''': -ον, = [[σφαῖρα]], ἡ [[κατάστασις]] τοῦ Κόσμου ἢ τοῦ σύμπαντος ὅτε συνεσκευάσθη ὑπὸ τοῦ Ἔρωτος, Ἐμπεδ. 168, 176. | |lstext='''σφαῖρος''': -ον, = [[σφαῖρα]], ἡ [[κατάστασις]] τοῦ Κόσμου ἢ τοῦ σύμπαντος ὅτε συνεσκευάσθη ὑπὸ τοῦ Ἔρωτος, Ἐμπεδ. 168, 176. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ὁ, ΜΑ, και μτγν. δ. γρφ. [[σφῆρος]] Α<br />η πρωταρχική [[κυκλοτερής]] [[κατάσταση]] του κόσμου<br /><b>αρχ.</b><br />(σε <b>επιγρ.</b> στον τ. [[σφήρος]]) [[ωροσκόπιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μεταπλασμένος τ. του [[σφαῖρα]], με [[αλλαγή]] γένους]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:56, 29 September 2017
English (LSJ)
ὁ,
A = σφαῖρα, the condition of the Universe (ὁ Κόσμος), when brought together by Eros, Emp.27.4,al. II cf.σφῆρος. III dub. sens. in POxy.1727.15 (ii/iii A.D.).
Greek (Liddell-Scott)
σφαῖρος: -ον, = σφαῖρα, ἡ κατάστασις τοῦ Κόσμου ἢ τοῦ σύμπαντος ὅτε συνεσκευάσθη ὑπὸ τοῦ Ἔρωτος, Ἐμπεδ. 168, 176.
Greek Monolingual
ὁ, ΜΑ, και μτγν. δ. γρφ. σφῆρος Α
η πρωταρχική κυκλοτερής κατάσταση του κόσμου
αρχ.
(σε επιγρ. στον τ. σφήρος) ωροσκόπιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. του σφαῖρα, με αλλαγή γένους].