βραδυτής: Difference between revisions
κραδίη δέ μοι ἔξω στηθέων ἐκθρῴσκει → my heart is leaping forth from my bosom, be panic-stricken, my heart is beating outside my chest
(big3_9) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ῆτος, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[lentitud]], [[indolencia]] ref. a pers. ἡμετέρῃ βραδυτῆτι τε νωχελίῃ τε <i>Il</i>.19.411, ἐς ... ἀβουλίαν ... καὶ βραδυτῆτα Th.5.75, διὰ ... βραδυτῆτα ... καὶ ἀσθένειαν Pl.<i>Phd</i>.109d, ἐν ταῖς πράξεσιν Isoc.4.141, ἐν λόγοις Thphr.<i>Char</i>.14.1, ἴσθι ... τὴν βραδυτῆτα ... οὐ μικρὰν βλάβην τῷ ταμείῳ φέρειν <i>SB</i> 7741.12 (II d.C.?) en <i>BL</i> 3.193, παρέχων αὑτῷ διὰ τῆς βραδυτῆτος μακροτέραν ἡδονήν al beber, Longus 3.8.2, cf. S.<i>Ant</i>.932, Th.1.71, D.18.246.<br /><b class="num">2</b> lentitud ref. al mov. en fenómenos naturales, op. a τάχος: ἵνα δ' εἴη μέτρον ἐναργές τι πρὸς ἄλληλα βραδυτῆτι καὶ τάχει de los astros, Pl.<i>Ti</i>.39b, ταχυτῆτι γὰρ καὶ βραδυτῆτι [[ἐνίοτε]] διώρισται Arist.<i>Ph</i>.228<sup>b</sup>26, cf. 29, Ocell.8, Vett.Val.183.8, en el curso de una enfermedad τάχος μὲν τὸ θέρος, β. δὲ ὁ χειμὼν προστίθησιν Gal.17(2).386, τῆς ἀναβάσεως βραδυτῆτα del Nilo <i>POxy</i>.2569.19 (III d.C.)<br /><b class="num">•</b>en la composición musical οἱ πλέον ἢ [[δεῖ]] τὴν βραδυτῆτα διὰ συνθέτων φθόγγων ποιούμενοι Aristid.Quint.33.10. | |dgtxt=-ῆτος, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[lentitud]], [[indolencia]] ref. a pers. ἡμετέρῃ βραδυτῆτι τε νωχελίῃ τε <i>Il</i>.19.411, ἐς ... ἀβουλίαν ... καὶ βραδυτῆτα Th.5.75, διὰ ... βραδυτῆτα ... καὶ ἀσθένειαν Pl.<i>Phd</i>.109d, ἐν ταῖς πράξεσιν Isoc.4.141, ἐν λόγοις Thphr.<i>Char</i>.14.1, ἴσθι ... τὴν βραδυτῆτα ... οὐ μικρὰν βλάβην τῷ ταμείῳ φέρειν <i>SB</i> 7741.12 (II d.C.?) en <i>BL</i> 3.193, παρέχων αὑτῷ διὰ τῆς βραδυτῆτος μακροτέραν ἡδονήν al beber, Longus 3.8.2, cf. S.<i>Ant</i>.932, Th.1.71, D.18.246.<br /><b class="num">2</b> lentitud ref. al mov. en fenómenos naturales, op. a τάχος: ἵνα δ' εἴη μέτρον ἐναργές τι πρὸς ἄλληλα βραδυτῆτι καὶ τάχει de los astros, Pl.<i>Ti</i>.39b, ταχυτῆτι γὰρ καὶ βραδυτῆτι [[ἐνίοτε]] διώρισται Arist.<i>Ph</i>.228<sup>b</sup>26, cf. 29, Ocell.8, Vett.Val.183.8, en el curso de una enfermedad τάχος μὲν τὸ θέρος, β. δὲ ὁ χειμὼν προστίθησιν Gal.17(2).386, τῆς ἀναβάσεως βραδυτῆτα del Nilo <i>POxy</i>.2569.19 (III d.C.)<br /><b class="num">•</b>en la composición musical οἱ πλέον ἢ [[δεῖ]] τὴν βραδυτῆτα διὰ συνθέτων φθόγγων ποιούμενοι Aristid.Quint.33.10. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''βρᾰδυτής:''' -ῆτος, ἡ ([[βραδύς]]),<br /><b class="num">1.</b> [[αργοπορία]], [[βραδύτητα]], σε Ομήρ. Ιλ., Αττ.<br /><b class="num">2.</b> λέγεται για το [[μυαλό]], το [[πνεύμα]], σε Πλάτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 21:56, 30 December 2018
English (LSJ)
ῆτος, ἡ,
A slowness, sluggishness, βραδυτῆτί τε νωχελίη τε Il.19.411; so of persons, S.Ant.932 (anap.), Th.1.71, 5.75, Pl.Phd. 109d, Thphr.Char.14.1: in pl., Isoc.4.141, D.18.246: lit. slowness, opp. τάχος, Pl.Ti.39b, cf. Arist. Ph.228b29.
German (Pape)
[Seite 461] ῆτος, ἡ, Langsamkeit, Trägheit, Il. 19, 411 (ἅπαξ εἰρημ.); Soph. Ant. 932; Prosa, Plat. öfter, wie Folgde. Ggstz. τάχος Gorg. 496 b; plur., ἔνεισι ἐν ταῖς βασιλέως πράξεσιν Isocr. 1, 142; vgl. Dem. 18, 246. – Vom Geiste, Stumpfsinn, Theophr. Ch. 14.
Greek (Liddell-Scott)
βρᾰδυτής: ῆτος, ἡ, βραδύτης, ἀργοπορία, βραδυτῆτί τε νωχελίῃ τε Ἰλ. Τ. 411· ἀκολούθως ἐν Σοφ. Ἀντ. 932, Θουκ. 1, 71., 5. 75, Πλάτ. κτλ.· κατὰ πληθ., Ἰσοκρ. 70Α, Δημ. 308. 29. 2) ἐπὶ τοῦ νοῦ, Πλάτ. Φαίδων. 109C, Θεόφρ. Χαρ. 14.
French (Bailly abrégé)
ῆτος (ἡ) :
mieux que βραδύτης;
lenteur, nonchalance ; particul. lenteur d’esprit.
Étymologie: βραδύς.
English (Autenrieth)
ῆτος: slowness, Il. 19.411†.
Spanish (DGE)
-ῆτος, ἡ
1 lentitud, indolencia ref. a pers. ἡμετέρῃ βραδυτῆτι τε νωχελίῃ τε Il.19.411, ἐς ... ἀβουλίαν ... καὶ βραδυτῆτα Th.5.75, διὰ ... βραδυτῆτα ... καὶ ἀσθένειαν Pl.Phd.109d, ἐν ταῖς πράξεσιν Isoc.4.141, ἐν λόγοις Thphr.Char.14.1, ἴσθι ... τὴν βραδυτῆτα ... οὐ μικρὰν βλάβην τῷ ταμείῳ φέρειν SB 7741.12 (II d.C.?) en BL 3.193, παρέχων αὑτῷ διὰ τῆς βραδυτῆτος μακροτέραν ἡδονήν al beber, Longus 3.8.2, cf. S.Ant.932, Th.1.71, D.18.246.
2 lentitud ref. al mov. en fenómenos naturales, op. a τάχος: ἵνα δ' εἴη μέτρον ἐναργές τι πρὸς ἄλληλα βραδυτῆτι καὶ τάχει de los astros, Pl.Ti.39b, ταχυτῆτι γὰρ καὶ βραδυτῆτι ἐνίοτε διώρισται Arist.Ph.228b26, cf. 29, Ocell.8, Vett.Val.183.8, en el curso de una enfermedad τάχος μὲν τὸ θέρος, β. δὲ ὁ χειμὼν προστίθησιν Gal.17(2).386, τῆς ἀναβάσεως βραδυτῆτα del Nilo POxy.2569.19 (III d.C.)
•en la composición musical οἱ πλέον ἢ δεῖ τὴν βραδυτῆτα διὰ συνθέτων φθόγγων ποιούμενοι Aristid.Quint.33.10.
Greek Monotonic
βρᾰδυτής: -ῆτος, ἡ (βραδύς),
1. αργοπορία, βραδύτητα, σε Ομήρ. Ιλ., Αττ.
2. λέγεται για το μυαλό, το πνεύμα, σε Πλάτ.