προσχαρίζομαι: Difference between revisions

From LSJ

τῇ διατάξει σου διαμένει ἡ ἡμέρα ὅτι τὰ σύμπαντα δοῦλα σά → the day continues by thy arrangement; for all things are thy servants

Source
(35)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ΜΑ<br />[[κάνω]] [[κάτι]] για [[χάρη]] κάποιου<br />/ <b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[χαρίζω]] [[κάτι]] σε κάποιον ή [[ικανοποιώ]] κάποιον («τῇ... γαστρὶ αὐτῶν ἐπὶ ταῑς ἐπιθυμίαις προσχαριζόμενος», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> [[αποδέχομαι]] την [[αλήθεια]] κάποιου («Θετταλοῑς μυθώδεις λόγους προσχαριζόμενος... φησίν», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>3.</b> [[δωρίζω]] [[κάτι]] επί [[πλέον]] σε κάποιον<br /><b>4.</b> [[θυσιάζω]] [[κάτι]] για [[χάρη]] κάποιου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προσ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[χαρίζομαι]] (<span style="color: red;"><</span> [[χάρις]])].
|mltxt=ΜΑ<br />[[κάνω]] [[κάτι]] για [[χάρη]] κάποιου<br />/ <b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[χαρίζω]] [[κάτι]] σε κάποιον ή [[ικανοποιώ]] κάποιον («τῇ... γαστρὶ αὐτῶν ἐπὶ ταῑς ἐπιθυμίαις προσχαριζόμενος», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> [[αποδέχομαι]] την [[αλήθεια]] κάποιου («Θετταλοῑς μυθώδεις λόγους προσχαριζόμενος... φησίν», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>3.</b> [[δωρίζω]] [[κάτι]] επί [[πλέον]] σε κάποιον<br /><b>4.</b> [[θυσιάζω]] [[κάτι]] για [[χάρη]] κάποιου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προσ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[χαρίζομαι]] (<span style="color: red;"><</span> [[χάρις]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''προσχᾰρίζομαι:''' αποθ., κάνω για [[χάρη]] κάποιου, <i>τινί</i>, σε Ξεν.· <i>τινί τι</i>, [[δωρίζω]] [[επιπλέον]], σε Στράβ.
}}
}}

Revision as of 01:24, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσχᾰρίζομαι Medium diacritics: προσχαρίζομαι Low diacritics: προσχαρίζομαι Capitals: ΠΡΟΣΧΑΡΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: proscharízomai Transliteration B: proscharizomai Transliteration C: proscharizomai Beta Code: prosxari/zomai

English (LSJ)

   A gratify or satisfy, τῇ γαστρί X.Oec.13.9; stretch a point in one's favour, BGU1141.30 (i B.C.), Luc.DMeretr.9.5; concede the truth of, τοῖς Θετταλοῖς μυθώδεις λόγους Str.7.7.12.    II gratify besides, Ath.Naucr. ap. Ath.5.211b.    III sacrifice something for the sake of something, τῶν πτερυγωμάτων τι τῇ μήτρᾳ Sor. 2.89.

German (Pape)

[Seite 789] dep. med., zu Gefallen thun, willfahren; τῇ γαστρί, Xen. Oec. 13, 9; Sp., τί τινι, Luc. D. Meretr. 9, 5. dep. med., zu Gefallen thun, willfahren; τῇ γαστρί, Xen. Oec. 13, 9; Sp., τί τινι, Luc. D. Meretr. 9, 5.

Greek (Liddell-Scott)

προσχᾰρίζομαι: ἀποθ., χαρίζομαι προσέτι, τῇ γαστρὶ Ξεν. Οικ. 3. 9· τινί τι, δωροῦμαι προσέτι, Στράβ. 329, Λουκ. Ἑταιρ. Διάλογ. 9. 5, Ἀθήν. 211, κτλ.

French (Bailly abrégé)

complaire à, τινι.
Étymologie: πρός, χαρίζομαι.

Greek Monolingual

ΜΑ
κάνω κάτι για χάρη κάποιου
/ αρχ.
1. χαρίζω κάτι σε κάποιον ή ικανοποιώ κάποιον («τῇ... γαστρὶ αὐτῶν ἐπὶ ταῑς ἐπιθυμίαις προσχαριζόμενος», Ξεν.)
2. αποδέχομαι την αλήθεια κάποιου («Θετταλοῑς μυθώδεις λόγους προσχαριζόμενος... φησίν», Στράβ.)
3. δωρίζω κάτι επί πλέον σε κάποιον
4. θυσιάζω κάτι για χάρη κάποιου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + χαρίζομαι (< χάρις)].

Greek Monotonic

προσχᾰρίζομαι: αποθ., κάνω για χάρη κάποιου, τινί, σε Ξεν.· τινί τι, δωρίζω επιπλέον, σε Στράβ.