ταλαός: Difference between revisions

From LSJ

Ἥδιστόν ἐστιν εὐτυχοῦντα νοῦν ἔχειν → Dulcissimum prudentia inter prospera → Erfreulich ist, wenn man im Glück Vernunft besitzt

Menander, Monostichoi, 207
(6)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τᾰλαός:''' -ή, -όν (*[[τλάω]]) = [[τλήμων]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''τᾰλαός:''' -ή, -όν (*[[τλάω]]) = [[τλήμων]], σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''τᾰλᾰός:''' горемычный, несчастный (βροτοί Arph.).
}}
}}

Revision as of 07:20, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τᾰλᾰός Medium diacritics: ταλαός Low diacritics: ταλαός Capitals: ΤΑΛΑΟΣ
Transliteration A: talaós Transliteration B: talaos Transliteration C: talaos Beta Code: talao/s

English (LSJ)

ή, όν, (Τλάω)

   A = τλήμων, Ar.Av.687 (anap.), Q.S.1.759.

German (Pape)

[Seite 1065] = τλήμων, Ar. Av. 687.

Greek (Liddell-Scott)

τᾰλαός: -ή, -όν, (*τλάω) = τλήμων, Ἀριστοφ. Ὄρν. 687.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α
τλήμων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για μτγν. πιθ. τ., ο οποίος χρησιμοποιείται αντί του ταλακάρδιος και έχει σχηματιστεί από το θ. ταλα- (βλ. λ. τάλας) κατ' επίδραση του ταναός].

Greek Monotonic

τᾰλαός: -ή, -όν (*τλάω) = τλήμων, σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

τᾰλᾰός: горемычный, несчастный (βροτοί Arph.).