ἀνετέον: Difference between revisions

From LSJ

Τῶν δυστυχούντων εὐτυχὴς οὐδεὶς φίλοςFelix amicus nullus infelicibus → für die im Unglück ist kein Glücklicher ein Freund

Menander, Monostichoi, 502
(3)
(1)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀνετέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀνίημι]], αυτό που πρέπει να αφήσει [[κάποιος]], σε Πλάτ.
|lsmtext='''ἀνετέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀνίημι]], αυτό που πρέπει να αφήσει [[κάποιος]], σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνετέον:''' Plat. adj. verb. к [[ἀνίημι]].
}}
}}

Revision as of 09:20, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνετέον Medium diacritics: ἀνετέον Low diacritics: ανετέον Capitals: ΑΝΕΤΕΟΝ
Transliteration A: anetéon Transliteration B: aneteon Transliteration C: aneteon Beta Code: a)nete/on

English (LSJ)

(ἀνίημι)

   A one must relax, Pl.Sph.254b: c. gen., τῆς ἀκριβεστέρας οἰκονομίας Phld.Oec.p.73 J.; one must loosen, Gal.17(1).434; one must let slip, Pl.Smp.217c, Plt.291c.    2 one must permit, Sor.1.108.    3 one must dilute, Orib.Fr.54.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνετέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ ἀνίημι = δεῖ ἀνιέναι, περὶ δὲ τοῦ σοφιστοῦ που δῆλον ὡς οὐκ ἀνετέον, ὅτι δὲν πρέπει ν’ ἀφήσωμεν νὰ χαλαρώσῃ ἡ συζήτησις, Πλατ. Σοφ. 254Β, ἔδοξέ μοι ἐπιθετέον εἶναι τῷ ἀνδρὶ ... καὶ οὐκ ἀνετέον, ὅτι πρέπει νὰ ἐπιτεθῶ κατὰ τοῦ ἀνδρὸς καὶ νὰ μὴ ἐγκαταλίπω τὴν ἰδέαν, ὁ αὐτ. Συμπ. 217C, Πολιτ. 219C.

Spanish (DGE)

1 hay que dilatar ταύτην (σφίγξιν) ésta (la constricción en las venas), Gal.17(1).434
fig. οὐκ ἀνετέον πρὶν ἄν no hay que cejar hasta que Pl.Sph.254b, cf. Smp.217c
c. gen. τῆς ἀκριβεστέρας οἰκονομίας Phld.Oec.73.
2 hay que dejar οὐκ ... κλαίειν ἀνετέον αὐτό no hay que dejarle llorar (al niño de pecho), Sor.81.25.
3 hay que diluir Orib.Ec.53.5.

Greek Monotonic

ἀνετέον: ρημ. επίθ. του ἀνίημι, αυτό που πρέπει να αφήσει κάποιος, σε Πλάτ.

Russian (Dvoretsky)

ἀνετέον: Plat. adj. verb. к ἀνίημι.