βαναυσία: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βᾰναυσία:''' ἡ, χειρωνακτική [[εργασία]], [[επάγγελμα]] του απλού [[εργάτη]] που ασκεί [[απλώς]] [[μηχανική]] [[εργασία]] [[χωρίς]] [[συνέργεια]] του πνεύματος, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''βᾰναυσία:''' ἡ, χειρωνακτική [[εργασία]], [[επάγγελμα]] του απλού [[εργάτη]] που ασκεί [[απλώς]] [[μηχανική]] [[εργασία]] [[χωρίς]] [[συνέργεια]] του πνεύματος, σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''βᾰναυσία:''' ион. βᾰναυσίη ἡ<br /><b class="num">1)</b> ремесло, ручной труд Her.;<br /><b class="num">2)</b> некультурность, пошлость, грубость Plat., Arst.
}}
}}