μετάθεσις: Difference between revisions
Βροτοῖς ἅπασι κατθανεῖν ὀφείλεται → Reddenda cunctis vita tamquam debitum → Den Tod erleiden schulden alle Sterblichen
(5) |
(3) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''μετάθεσις:''' ἡ,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[αλλαγή]] θέσης, σε Δημ.<br /><b class="num">2.</b> [[αλλαγή]] απόψεως ή φρονημάτων, [[τροποποίηση]], σε Πολύβ.<br /><b class="num">II.</b> η [[δύναμη]] της αλλαγής, σε Θουκ. | |lsmtext='''μετάθεσις:''' ἡ,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[αλλαγή]] θέσης, σε Δημ.<br /><b class="num">2.</b> [[αλλαγή]] απόψεως ή φρονημάτων, [[τροποποίηση]], σε Πολύβ.<br /><b class="num">II.</b> η [[δύναμη]] της αλλαγής, σε Θουκ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μετάθεσις:''' εως ἡ<b class="num">1)</b> перемещение, перестановка ([[ταῦτα]], ὅσων ἡ [[φύσις]] ἡ αὐτὴ μένει τῇ μεταθέσει Arst.);<br /><b class="num">2)</b> грам. метатез(ис), перестановка букв (напр. [[καρδία]] > [[κραδίη]]);<br /><b class="num">3)</b> смена, перемена (ἐπὶ τὸ [[βέλτιον]] Polyb.): ἐξ ἀνάγκης καὶ νόμου μ. γίνεται погов. NT по нужде и закону перемена бывает; замена (ὀνομάτων Plut.);<br /><b class="num">4)</b> мена, торговый обмен, товарооборот (ἀλλαγαὶ καὶ μεταθέσεις [[οἷον]] ἐμπορίῳ Polyb.);<br /><b class="num">5)</b> устранение, исправление (τον ἁμαρτημάτων Polyb.);<br /><b class="num">6)</b> юр. право внесения изменений: γεγράφθαι τὴν μετάθεσιν Thuc. (право) внести изменения (в договор);<br /><b class="num">7)</b> переход (ἡ μ. πρός τινα Polyb.). | |||
}} | }} |
Revision as of 23:56, 31 December 2018
English (LSJ)
εως, ἡ, (μετατίθημι)
A change of position, transposition, Arist.Metaph.1024a4; μεταθέσεις ἐξ ἕδρας ἀτόμων Epicur.Fr.61; ἡ τῶν ῥημάτων μ. D.24.84, cf. D.S.1.23; τοῦ ἀναβαθμοῦ PSI5.546 (iii B. C.); τοῦ ἐμβρύου Sor.2.60; couching of a cataract, Gal.10.990. 2 generally, change, θεὸς οὐδεμίαν ἐπιδεχόμενος μ. Arist.Mu. 400b29; μ. ἐκ τῆς οἰκείας φύσεως Phld.Rh.1.216 S.; νόμου μ. Ep.Hebr. 7.12; esp. change of sides or opinions, ἐπὶ τὸ βέλτιον Plb.1.35.7, cf. Porph.Abst.1.2, etc. (hence, amendment, τῶν ἡμαρτημένων Plb.5.11. 5); ἐκ μεταθέσεως Id.30.20.2; going over, πρός τινα Id.5.86.8. 3 exchange, barter, Id.10.1.8 (pl.). 4 Gramm., change of a letter, A.D.Pron.51.5, al., EM795.34; also, metathesis, transposition of letters, as κραδίη for καρδία, Trypho Pass.4, Apollon.Lex. s.v. ἀγλαά. 5 plagiarism, opp. μίμησις, Demetr.Eloc.112. II power or right of changing sides, Th.5.29.
German (Pape)
[Seite 146] ἡ, das Umsetzen, die Umstellung, τῶν ῥημάτων, Din. 24, 84 u. oft bei den Rhett.; auch das Uebertreten zu einer andern Partei, ὴ μετάθεσις πρός τινα, Pol. 5, 26, 8; die Veränderung übh., Sinnesänderung, ἐκ μεταθέσεως, 30, 18, 2; ἡ ἐπὶ τὸ βέλτιον μετ., 1, 35, 7; dah. Verbesserung, ἁμαρτημάτων, 5, 11, 5; – von Waaren, der Umsatz, 10, 1, 8. – Bei Plut. frat. amor. 9 ὀνομάτων μετ., eine Art Euphemismus, wenn man z. B. für ῥᾳθυμία ἁπλότης sagt. – Bei Gramm. Buchstabenversetzung.
Greek (Liddell-Scott)
μετάθεσις: ἡ, (μετατίθημι) μεταβολὴ θέσεως, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 4. 26, 4· ἡ μ. τῶν ῥημάτων Δημ. 727. 10, πρβλ. Διόδ. 1. 12. 2) μεταβολὴ φρονήματος ἢ γνώμης, ἐπὶ τὸ βέλτιον Πολύβ. 1. 35, 7 (ἐντεῦθεν καὶ, διόρθωσις, τῶν ἡμαρτημένων ὁ αὐτ. 5. 11, 5)· ἐκ μεταθέσεως ὁ αὐτ. 30. 18, 2· προσχώρησις, προς τινα ὁ αὐτ. 5. 86, 8. 3) ἀλλαγή, ἀνταλλαγή, ὁ αὐτ. 10. 1, 8. 4) παρὰ Γραμμ., ἀλλαγὴ τῆς θέσεως τῶν γραμμάτων, ὡς κραδίη, ἀντὶ καρδία. ΙΙ. ἡ ἐξουσία ἢ τὸ δικαίωμα τοῦ μεταβάλλειν μέρος, Θουκ. 5. 29.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
1 transport;
2 échange de marchandises.
Étymologie: μετατίθημι.
English (Strong)
from μετατίθημι; transposition, i.e. transferral (to heaven), disestablishment (of a law): change, removing, translation.
English (Thayer)
μεταθέσεως, ἡ (μετατίθημι);
1. a transfer: from one place to another (Diodorus 1,23); τίνος (genitive of the object), the translation of a person to heaven, change (of things instituted or established, as ἱερωσύνης, νόμου): τῶν σαλευομένων, Thucydides 5,29; Aristotle, Piut.)
Greek Monotonic
μετάθεσις: ἡ,
I. 1. αλλαγή θέσης, σε Δημ.
2. αλλαγή απόψεως ή φρονημάτων, τροποποίηση, σε Πολύβ.
II. η δύναμη της αλλαγής, σε Θουκ.
Russian (Dvoretsky)
μετάθεσις: εως ἡ1) перемещение, перестановка (ταῦτα, ὅσων ἡ φύσις ἡ αὐτὴ μένει τῇ μεταθέσει Arst.);
2) грам. метатез(ис), перестановка букв (напр. καρδία > κραδίη);
3) смена, перемена (ἐπὶ τὸ βέλτιον Polyb.): ἐξ ἀνάγκης καὶ νόμου μ. γίνεται погов. NT по нужде и закону перемена бывает; замена (ὀνομάτων Plut.);
4) мена, торговый обмен, товарооборот (ἀλλαγαὶ καὶ μεταθέσεις οἷον ἐμπορίῳ Polyb.);
5) устранение, исправление (τον ἁμαρτημάτων Polyb.);
6) юр. право внесения изменений: γεγράφθαι τὴν μετάθεσιν Thuc. (право) внести изменения (в договор);
7) переход (ἡ μ. πρός τινα Polyb.).