συμπεριπλέω: Difference between revisions

From LSJ

Ἤθους δὲ βάσανός ἐστιν ἀνθρώποις χρόνος → Est moris explorator humani dies → Des menschlichen Charakters Wetzstein ist die Zeit

Menander, Monostichoi, 219
(39)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α [[περιπλέω]]<br />[[περιπλέω]] [[μαζί]] με άλλον.
|mltxt=Α [[περιπλέω]]<br />[[περιπλέω]] [[μαζί]] με άλλον.
}}
{{elru
|elrutext='''συμπεριπλέω:''' вместе плавать вокруг, огибать на корабле Plut.
}}
}}

Revision as of 04:08, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμπεριπλέω Medium diacritics: συμπεριπλέω Low diacritics: συμπεριπλέω Capitals: ΣΥΜΠΕΡΙΠΛΕΩ
Transliteration A: symperipléō Transliteration B: symperipleō Transliteration C: symperipleo Beta Code: sumperiple/w

English (LSJ)

   A sail about with, c. dat., App.BC5.96, Ps.-Hdt. Vit.Hom.8.

German (Pape)

[Seite 986] (s. πλέω), mit umschiffen; Her. vita Hom. 8; Appian.

Greek (Liddell-Scott)

συμπεριπλέω: περιπλέω ὁμοῦ ἢ μετά τινος, τινι Ἀππ. Ἐμφυλ. 5. 96, Βίος Ὁμήρ. 8.

Greek Monolingual

Α περιπλέω
περιπλέω μαζί με άλλον.

Greek Monolingual

Α περιπλέω
περιπλέω μαζί με άλλον.

Russian (Dvoretsky)

συμπεριπλέω: вместе плавать вокруг, огибать на корабле Plut.