καῦρος: Difference between revisions
προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions
(20) |
(2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=καῡρος και [[καυρός]], -α, -ον (Α)<br />[[κακός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία [[εικασία]] [[είναι]] [[προϊόν]] συμφυρμού τών [[καύνος]] και <i>παῡρος</i>]. | |mltxt=καῡρος και [[καυρός]], -α, -ον (Α)<br />[[κακός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία [[εικασία]] [[είναι]] [[προϊόν]] συμφυρμού τών [[καύνος]] και <i>παῡρος</i>]. | ||
}} | |||
{{etym | |||
|etymtx=Grammatical information: adj.<br />Meaning: = <b class="b3">κακός</b> (S. Fr. 1059, Phot., H.).<br />Origin: XX [etym. unknown]<br />Etymology: Güntert Reimwortbildingen 131 assumes a cross of <b class="b3">παῦρος</b> and <b class="b3">καυνός</b> = <b class="b3">κακός</b> (vgl. d. W.). Also a cross of <b class="b3">κακός</b> and <b class="b3">παῦρος</b> seems possible. For these suggestions there is no support. Nothing is certain. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:15, 3 January 2019
English (LSJ)
(on the accent, v. Hdn.Gr.1.193), α, ον,
A = κακός, S.Fr. 1059.
Greek (Liddell-Scott)
καῦρος: (Ἀρκάδ. 69. 21), α, ον, = κακός, Σοφ. Ἀποσπ. 895.
Greek Monolingual
καῡρος και καυρός, -α, -ον (Α)
κακός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία εικασία είναι προϊόν συμφυρμού τών καύνος και παῡρος].
Frisk Etymological English
Grammatical information: adj.
Meaning: = κακός (S. Fr. 1059, Phot., H.).
Origin: XX [etym. unknown]
Etymology: Güntert Reimwortbildingen 131 assumes a cross of παῦρος and καυνός = κακός (vgl. d. W.). Also a cross of κακός and παῦρος seems possible. For these suggestions there is no support. Nothing is certain.