πρατίας: Difference between revisions

From LSJ

ὅτι τίς ὁ ἄνθρωπος, ὃς ἐπελεύσεται ὀπίσω τῆς βουλῆς τὰ ὅσα ἐποίησεν αὐτήν; (Ecclesiastes 2:12, LXX version) → for who is the man who, after following his own plan, will find wisdom (in) everything he has done?

Source
(34)
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πρᾱτίας''': -ου, ὁ, = [[πρατήρ]], ἐν χρήσει παρὰ τοῖς κωμικοῖς, [[Πολυδ]]. Ζ΄, 8· «[[πρατίας]]· ὁ δημόσια πωλῶν καὶ κηρύσσων» Ἡσύχ., Φώτ.
|lstext='''πρᾱτίας''': -ου, ὁ, = [[πρατήρ]], ἐν χρήσει παρὰ τοῖς κωμικοῖς, Πολυδ. Ζ΄, 8· «[[πρατίας]]· ὁ δημόσια πωλῶν καὶ κηρύσσων» Ἡσύχ., Φώτ.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br /><b>1.</b> [[πρατήρ]]<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[πρατίας]]<br />ὁ [[δημόσια]] πωλῶν καὶ κηρύσσων».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πρατός]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίας</i>].
|mltxt=ὁ, Α<br /><b>1.</b> [[πρατήρ]]<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[πρατίας]]<br />ὁ [[δημόσια]] πωλῶν καὶ κηρύσσων».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πρατός]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίας</i>].
}}
}}

Revision as of 20:55, 7 July 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρᾱτίας Medium diacritics: πρατίας Low diacritics: πρατίας Capitals: ΠΡΑΤΙΑΣ
Transliteration A: pratías Transliteration B: pratias Transliteration C: pratias Beta Code: prati/as

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A = πρατήρ, Com.Adesp.336.5 (dub., cf. πρᾶος).

German (Pape)

[Seite 696] ὁ, = πρατήρ, Phot. lex. ὁ τὰ δημόσια πωλῶν, κήρυξ δημόσιος; comic. b. Poll. 7, 8.

Greek (Liddell-Scott)

πρᾱτίας: -ου, ὁ, = πρατήρ, ἐν χρήσει παρὰ τοῖς κωμικοῖς, Πολυδ. Ζ΄, 8· «πρατίας· ὁ δημόσια πωλῶν καὶ κηρύσσων» Ἡσύχ., Φώτ.

Greek Monolingual

ὁ, Α
1. πρατήρ
2. (κατά τον Ησύχ.) «πρατίας
δημόσια πωλῶν καὶ κηρύσσων».
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρατός + επίθημα -ίας].