Σαβάζιος: Difference between revisions
ὑμῖν ἔξεστι εὐδαίμοσι γενέσθαι → to you it is permitted to be joyful, it is permitted to be happy, it is permitted to be fortunate, vobis licet esse beatis
m (Text replacement - "<i>τὰ [[" to "τὰ [[") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=Savazios | |Transliteration C=Savazios | ||
|Beta Code=*saba/zios | |Beta Code=*saba/zios | ||
|Definition=ὁ, (Σαβός) a Phrygian deity, whose mysteries resembled the | |Definition=ὁ, (Σαβός) a Phrygian deity, whose mysteries resembled the [[τελεταί]] of Dionysus, <span class="bibl">Thphr.<span class="title">Char.</span>27.8</span> (but [[Σαβάδιον]] [acc.] ib.<span class="bibl">16.4</span>, cf. Dessau <span class="title">Inscr.Lat.Sel.</span>2189), <span class="bibl">Nymphis 11</span>; hence afterwards taken as a name of Dionysus himself, <span class="bibl">Ar.<span class="title">V.</span>9</span>, <span class="bibl"><span class="title">Av.</span>875</span>, <span class="bibl"><span class="title">Lys.</span>388</span>; <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> θεῷ Σαβαζίῳ παγκοιράνῳ <span class="title">CIG</span>3791 (Bithynia), cf. <span class="title">IG</span>12(5).27 (Sicinus); Δὶ Σαβαζίῳ <span class="title">BMus.Inscr.</span>1100 (Italy, iii A.D.); <b class="b3">Διὶ Σεβαζίῳ</b> (sic) <span class="title">Supp.Epigr.</span>1.302 (Thrace): also Σαόαζος <span class="title">AJA</span>3(1887).363 (Phrygia); <span class=foreign>τοῦ Διὸς Σαουάζου <span class="title">IGRom.</span>4.889(ibid.); Σαβάδιος, <span class="title">Gloss.</span> <span class="sense"> <span class="bld">II</span> Adj. <b class="b3">Σᾰβάζιος, α, ον</b>, <span class="title">Bacchic</span>, [[θύσθλα]] cj. in <span class="bibl">Opp.<span class="title">C.</span>1.26</span>; τὰ Σαβάζια <span class="bibl">Str.10.3.18</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 21:45, 7 July 2020
English (LSJ)
ὁ, (Σαβός) a Phrygian deity, whose mysteries resembled the τελεταί of Dionysus, Thphr.Char.27.8 (but Σαβάδιον [acc.] ib.16.4, cf. Dessau Inscr.Lat.Sel.2189), Nymphis 11; hence afterwards taken as a name of Dionysus himself, Ar.V.9, Av.875, Lys.388;
A θεῷ Σαβαζίῳ παγκοιράνῳ CIG3791 (Bithynia), cf. IG12(5).27 (Sicinus); Δὶ Σαβαζίῳ BMus.Inscr.1100 (Italy, iii A.D.); Διὶ Σεβαζίῳ (sic) Supp.Epigr.1.302 (Thrace): also Σαόαζος AJA3(1887).363 (Phrygia); τοῦ Διὸς Σαουάζου IGRom.4.889(ibid.); Σαβάδιος, Gloss. II Adj. Σᾰβάζιος, α, ον, Bacchic, θύσθλα cj. in Opp.C.1.26; τὰ Σαβάζια Str.10.3.18.
Greek (Liddell-Scott)
Σᾰβάζιος: ὁ, (Σαβὸς) Φρυγία θεότης, ἧς τὰ μυστήρια ὡμοίαζον πρὸς τὰς τελετὰς τοῦ Βάκχου· ἐντεῦθεν μετὰ ταῦτα λαμβάνεται ὡς ὄνομα αὐτοῦ τοῦ Βάκχου, Ἀριστοφ. Σφ. 9, Ὄρν. 875, 388· θεῷ Σαβαζίῳ παγκοιράνῳ Συλλ. Ἐπιγρ. 3791, πρβλ. 2447c (Προσθῆκ.) ἴδε Λοβεκ. Ἀγλαόφ. σ. 642, 1046 κἑξ. ΙΙ. Ἐπίθ. Σᾰβάζιος, α, ον, Βακχικός, θύσθλα Ὀππ. Κυν. 1. 26, μυστήρια Κλήμ. Ἀλ. 14· τὰ Σαβάζια Στράβ. 471.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
divinité thraco-phrygienne, assimilée plus tard à Bacchus.
Étymologie:.
Greek Monolingual
και Σεβάζιος και Σαβάδιος και Σαόαζος, ο, ΝΑ
1. φρυγικής ή θρακικής προέλευσης θεότητα της βλάστησης και της γονιμότητας, της οποίας τα μυστήρια έμοιαζαν με τις τελετές του Βάκχου
2. ο Βάκχος, ο Διόνυσος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Λ. φρυγικής προέλευσης].
Greek Monotonic
Σᾰβάζιος: ὁ (Σαβός), φρυγική θεότητα η λατρεία της οποίας θύμιζε αυτή του Διονύσου, ώστε κάποια στιγμή το όνομα Σαβάζιος έγινε προσωνύμιο του Διονύσου, σε Αριστοφ.· τὰ Σαβάζια, οι Διονυσιακές τελετουργίες, τα Βακχικά όργια, σε Στράβ.
Russian (Dvoretsky)
Σᾰβάζιος: ὁ Сабазий (фракийско-фригийский бог, отожд. впосл. с греч. Дионисом) Arph.
Middle Liddell
Σᾰβάζιος, ὁ, [Σαβός]
a Phyrgian deity, identified with Bacchus, Ar.:— τὰ Σαβάζια Bacchic orgies, Strab.