αλσόπολη: Difference between revisions

From LSJ

γέλως ἄκαιρος κλαυμάτων παραίτιος → ill-timed laughter causes tears (Menander)

Source
(3)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=(-ις), η<br />[[πόλη]] που έχει [[πολλά]] άλση ή που βρίσκεται [[μέσα]] σε άλση.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άλσος]] <span style="color: red;">+</span> [[πόλη]]].
|mltxt=(-ις), η<br />[[πόλη]] που έχει [[πολλά]] άλση ή που βρίσκεται [[μέσα]] σε άλση.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άλσος]] <span style="color: red;">+</span> [[πόλη]]].
}}
}}

Latest revision as of 23:25, 29 December 2020

Greek Monolingual

(-ις), η
πόλη που έχει πολλά άλση ή που βρίσκεται μέσα σε άλση.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < άλσος + πόλη].