αμυλόκολλα: Difference between revisions
From LSJ
ἀλλὰ τί ἦ μοι ταῦτα περὶ δρῦν ἢ περὶ πέτρην → why all this about trees and rocks, why all these things we have nothing to do with
(3) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η<br />[[κόλλα]] που παρασκευάζεται από [[άμυλο]], [[αλευρόκολλα]].<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=η<br />[[κόλλα]] που παρασκευάζεται από [[άμυλο]], [[αλευρόκολλα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> Ο [[ελληνικός]] όρος πλάστηκε <span style="color: red;"><</span> [[άμυλο]](<i>ν</i>) <span style="color: red;">+</span> [[κόλλα]], απαντά δε για πρώτη [[φορά]] στο [[έγγραφο]] «Κανονισμός [[Ολυμπίων]]», το 1888]. | ||
}} | }} |