αμφίδασυς: Difference between revisions
From LSJ
(3) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀμφίδασυς]], -εια, -υ (Α)<br />αυτός που [[είναι]] από όλες τις πλευρές [[δασύς]], [[δασύτριχος]], [[πυκνόμαλλος]], [[τριχωτός]].<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=[[ἀμφίδασυς]], -εια, -υ (Α)<br />αυτός που [[είναι]] από όλες τις πλευρές [[δασύς]], [[δασύτριχος]], [[πυκνόμαλλος]], [[τριχωτός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[δασύς]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 23:35, 29 December 2020
Greek Monolingual
ἀμφίδασυς, -εια, -υ (Α)
αυτός που είναι από όλες τις πλευρές δασύς, δασύτριχος, πυκνόμαλλος, τριχωτός.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀμφι- + δασύς.