ὑδροφάντης: Difference between revisions
From LSJ
θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → it is grasped only by means of an ignorance superior to intellection, it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο / [[ὑδροφάντης]], ΝΑ, και [[υδρυφάντης]] Ν<br />αυτός που ανακαλύπτει τις θέσεις υπόγειων υδάτων, [[υδροσκόπος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(μόνον ο τ. [[υδροφάντης]]) <b>ζωολ.</b> [[γένος]] μικρών ακάρεων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>υδρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[φάντης]] (<span style="color: red;"><</span> [[φαίνω]]) | |mltxt=ο / [[ὑδροφάντης]], ΝΑ, και [[υδρυφάντης]] Ν<br />αυτός που ανακαλύπτει τις θέσεις υπόγειων υδάτων, [[υδροσκόπος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(μόνον ο τ. [[υδροφάντης]]) <b>ζωολ.</b> [[γένος]] μικρών ακάρεων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>υδρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[φάντης]] (<span style="color: red;"><</span> [[φαίνω]]) [[πρβλ]]. [[ιεροφάντης]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 13:27, 25 August 2021
English (LSJ)
ου, ὁ, A water-finder, Olymp. in Mete.99.21:—hence ὑδρο-φαντική (sc. τέχνη), ἡ, the art of discovering water, Gp.2.6.1; also ὑδρο-φαντικά, τά, ibid.
German (Pape)
[Seite 1174] ὁ, der verborgenes Wasser entdeckt u. zum Brunnengraben anzeigt (?).
Greek Monolingual
ο / ὑδροφάντης, ΝΑ, και υδρυφάντης Ν
αυτός που ανακαλύπτει τις θέσεις υπόγειων υδάτων, υδροσκόπος
νεοελλ.
(μόνον ο τ. υδροφάντης) ζωολ. γένος μικρών ακάρεων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο)- + -φάντης (< φαίνω) πρβλ. ιεροφάντης.