ἀχρησία: Difference between revisions

From LSJ

ὦ δυσπάλαιστον γῆρας, ὡς μισῶ σ' ἔχων, μισῶ δ' ὅσοι χρῄζουσιν ἐκτείνειν βίον, βρωτοῖσι καὶ ποτοῖσι καὶ μαγεύμασι παρεκτρέποντες ὀχετὸν ὥστε μὴ θανεῖν: οὓς χρῆν, ἐπειδὰν μηδὲν ὠφελῶσι γῆν, θανόντας ἔρρειν κἀκποδὼν εἶναι νέοις → Old age, resistless foe, how do I loathe your presence! Them too I loathe, whoever desire to lengthen out the span of life, seeking to turn the tide of death aside by food and drink and magic spells; those whom death should take away to leave the young their place, when they no more can benefit the world

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(op\.) ([\p{Greek}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ [[desuso]] op. χρῆσις de la riqueza, Anon.<i>in Rh</i>.17.37.
|dgtxt=-ας, ἡ [[desuso]] op. [[χρῆσις]] de la riqueza, Anon.<i>in Rh</i>.17.37.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM [[ἀχρησία]]) [[χρήσις]]<br />η μη [[χρησιμοποίηση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(νομ.)</b> [[λόγος]] απόσβεσης των «δουλειών» εξαιτίας της μη άσκησής τους από τον δικαιούχο για μία ολόκληρη [[εικοσαετία]].
|mltxt=η (AM [[ἀχρησία]]) [[χρήσις]]<br />η μη [[χρησιμοποίηση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(νομ.)</b> [[λόγος]] απόσβεσης των «δουλειών» εξαιτίας της μη άσκησής τους από τον δικαιούχο για μία ολόκληρη [[εικοσαετία]].
}}
}}

Revision as of 15:40, 22 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀχρησία Medium diacritics: ἀχρησία Low diacritics: αχρησία Capitals: ΑΧΡΗΣΙΑ
Transliteration A: achrēsía Transliteration B: achrēsia Transliteration C: achrisia Beta Code: a)xrhsi/a

English (LSJ)

ἡ, (χράομαι) A disuse, non-user, Anon. in Rh.17.37.

German (Pape)

[Seite 419] ἡ, der Nichtgebrauch, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀχρησία: ἡ, (χράομαι) ἔλλειψις χρήσεως, Πανδέκτ.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ desuso op. χρῆσις de la riqueza, Anon.in Rh.17.37.

Greek Monolingual

η (AM ἀχρησία) χρήσις
η μη χρησιμοποίηση
νεοελλ.
(νομ.) λόγος απόσβεσης των «δουλειών» εξαιτίας της μη άσκησής τους από τον δικαιούχο για μία ολόκληρη εικοσαετία.