πεντάεθλος: Difference between revisions

From LSJ

Μακάριος, ὅστις οὐσίαν καὶ νοῦν ἔχειFelix, qui mentem cum divitiis possidet → Glückselig, wer Vermögen und Vernunft besitzt

Menander, Monostichoi, 340
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (pape replacement)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πεντάεθλος:''' -[[άεθλον]], ποιητ. και Ιων. αντί [[πένταθλος]], <i>-ον</i>.
|lsmtext='''πεντάεθλος:''' -[[άεθλον]], ποιητ. και Ιων. αντί [[πένταθλος]], <i>-ον</i>.
}}
{{pape
|ptext=ὁ, poet. und ion. statt [[πένταθλος]].
}}
}}

Revision as of 17:00, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεντάεθλος Medium diacritics: πεντάεθλος Low diacritics: πεντάεθλος Capitals: ΠΕΝΤΑΕΘΛΟΣ
Transliteration A: pentáethlos Transliteration B: pentaethlos Transliteration C: pentaethlos Beta Code: penta/eqlos

English (LSJ)

ον, poet. and Ion. for πένταθλος, -ον (q.v.).

French (Bailly abrégé)

v. πένταθλος.

Greek (Liddell-Scott)

πεντάεθλος: πεντάεθλον, ποιητικ. καὶ Ἰων. ἀντὶ πένταθλος, ον.

English (Slater)

πεντᾰεθλος competitor in the pentathlon εὔδοξος ἀείδεται Σωγένης μετὰ πενταέθλοις (N. 7.8)

Greek Monolingual

-ον, Α
(ποιητ. και ιων. τ.) βλ. πένταθλος.

Greek Monotonic

πεντάεθλος: -άεθλον, ποιητ. και Ιων. αντί πένταθλος, -ον.

German (Pape)

ὁ, poet. und ion. statt πένταθλος.