ἀργινόεις: Difference between revisions
ἐπ' αὐτὸν ἥκεις τὸν βατῆρα τῆς θύρας → you've come to the crux of the matter, come to the point, hit the nail on the head, you've come to the very threshold of the door, you are come to the very threshold of the door, you've arrived at the truth of the matter
m (pape replacement) |
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=όεσσα, όεν;<br />éclatant de blancheur, blanc <i>en parl. de terrains calcaires et crayeux</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ἀργός]]¹. | |btext=όεσσα, όεν;<br />éclatant de blancheur, blanc <i>en parl. de terrains calcaires et crayeux</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ἀργός]]¹. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=εσσα, εν, <i>weiß, [[hellschimmernd]]</i>, Hom. [[zweimal]], <i>Il</i>. 2.647 ἀργινόεντα Λύκαστον Versende, 2.656 ἀργινόεντα Κάμειρον Versende; [[beide]] Orte lagen auf [[Kreidefelsen]]; – [[οὔρεα]] Hom. h. 18.12; [[γάλα]] Antip.Sid. 50 (VII.23). | |||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
Line 36: | Line 39: | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[ἀργός]]<br />[[white]], [[epithet]] of Rhodian cities, from [[their]] chalky hills, Il. | |mdlsjtxt=[[ἀργός]]<br />[[white]], [[epithet]] of Rhodian cities, from [[their]] chalky hills, Il. | ||
}} | }} |
Revision as of 12:55, 30 November 2022
English (LSJ)
εσσα, εν, = ἀργός, bright-shining, white, epithet of Lycastus and Camirus, from their lying on chalky hills, Il.2.647,656; νῆσοι Ἀργινοῦσαι X.HG1.6.27; of milk, AP7.23 (Antip. Sid.); χαλινά A.R.4.1607; μαστός, v.l. for ἀργάεις (q.v.), Pi.P.4.8.
Spanish (DGE)
(ἀργῐνόεις) -εσσα, -εν
• Alolema(s): ἀργεννόεις Pi.P.4.8
blanco, brillante de ciudades y accidentes geográficos Λύκαστος Il.2.647, Κάμειρος Il.2.656, οὔρεα μακρά h.Pan 12, μαστός (de Cirene), Pi.l.c., cf. D.P.1176, gener. χαλινά A.R.4.1607, πάχνη A.R.2.738, ἔφηλις Nic.Th.333, ἰχθύες Marc.Sid.6, γάλα AP 7.23 (Antip.Sid.).
French (Bailly abrégé)
όεσσα, όεν;
éclatant de blancheur, blanc en parl. de terrains calcaires et crayeux.
Étymologie: ἀργός¹.
German (Pape)
εσσα, εν, weiß, hellschimmernd, Hom. zweimal, Il. 2.647 ἀργινόεντα Λύκαστον Versende, 2.656 ἀργινόεντα Κάμειρον Versende; beide Orte lagen auf Kreidefelsen; – οὔρεα Hom. h. 18.12; γάλα Antip.Sid. 50 (VII.23).
Russian (Dvoretsky)
ἀργῐνόεις: όεσσα, όεν ослепительно белый (Λύκαστος Hom.; οὔρεα HH; γάλα Anth.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀργῐνόεις: εσσα, εν, = ἀργός (ὅ ἴδε), ὁ λευκὴν ἐκπέμπων αἴγλην, οὗ ἡ λευκότης λάμπει μακρόθεν, ἐπίθ. τῶν πόλεων Καμείρου καὶ Λυκάστου, ἀλλὰ δὲν δύναται νὰ εἴπῃ τις μετὰ βεβαιότητος ἂν ἔλαβον τὸ ἐπίθετον τοῦτο ἐκ τοῦ λευκοῦ ἐδάφους ἐφ’ οὗ ἔκειντο ἢ ἐκ τῶν λευκῶν αὐτῶν οἰκοδομῶν, ἴδε σημ. Jebb ἐν Σοφ. Ο. Κ. 670, (οὕτως ὁ Ὁράτ. claram Rhodon), Ἰλ. Β. 647, 656· οὕτω καὶ τὰ ἔξωθεν τῆς Αἰολίδος νησίδια ἐκαλοῦντο Ἀργινοῦσαι Ξεν. Ἑλλ. 1. 6, 27· «ἀργ[ε]ινόεντα· λευκόν, λευκόγειον, ἀργι[λ]ώδη» Ἡσύχ.· ἐπὶ τοῦ γάλακτος, Ἀνθ. Π. 7. 23· χαλινὰ Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1607.
English (Autenrieth)
acc. -εντα: white-gleaming, epithet of towns in Crete, because of chalk cliffs in the vicinity, Il. 2.647, 656.
English (Slater)
ἀργῑνόεις, gleaming white ἐν ἀργινόεντι μαστῷ (codd.: ἀργεννόεντι Schr.) (P. 4.8) ]
Greek Monolingual
ἀργινόεις (-εντός), -εσσα, -εν (Α)
ο αστραφτερός, ο λευκός, αυτός που ασπρίζει από μακριά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. αργινόεις, από τον οποίο προήλθε το όνομα των νησιών Αργινούσ-(σ)αι, αποτελεί πιθ. μετρική παρέκταση ενός υποθετικού τ. αργινός < αργι - (όπως πυκινός < πυκι -). Η λ. χρησιμοποιήθηκε ως προσωνυμία των πόλεων Κάμιρος και Λύκαστος].
Greek Monotonic
ἀργῐνόεις: -εσσα, -εν, Επικ. τύπος του ἀργός, λευκός, επίθ. των Ροδιακών πόλεων από τους αργιλώδεις λόφους τους, σε Ομήρ. Ιλ.
Middle Liddell
ἀργός
white, epithet of Rhodian cities, from their chalky hills, Il.