σχαστηρία: Difference between revisions
Οὐδείς, ὃ νοεῖς μὲν, οἶδεν, ὃ δέ ποιεῖς, βλέπει → Quid cogites, scit nemo; quid facias, patet → nicht weiß man, was du denkst, doch sieht man, was du tust
mNo edit summary |
|||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>στρ.</b> [[εξάρτημα]] του επικρουστήρα τών φορητών όπλων με το οποίο συγκρατείται αυτός σε [[θέση]] όπλισης με [[αγκίστρωση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[είδος]] τροχοπέδης<br /><b>2.</b> (στο [[ιπποδρόμιο]] ή στο [[στάδιο]]) [[σχοινί]] τεντωμένο το οποίο με την απότομη χαλάρωσή του έδινε το [[σημείο]] εκκίνησης<br /><b>3.</b> <b>πιθ.</b> [[ράβδος]] του παραπετάσματος ή [[είδος]] μηχανισμού με το οποίο χαλαρώνονταν οι κουρτίνες<br /><b>4.</b> λαβές κατάλληλες για τη [[χαλάρωση]] της πίεσης χειρουργικού βρόχου<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> «διὰ μιᾱς ὀργάνου σχαστηρίας» — με μια [[κίνηση]] της μηχανής (<b>Αριστοτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σχάζω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τηρία</i> (<b>πρβλ.</b> | |mltxt=η, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>στρ.</b> [[εξάρτημα]] του επικρουστήρα τών φορητών όπλων με το οποίο συγκρατείται αυτός σε [[θέση]] όπλισης με [[αγκίστρωση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[είδος]] τροχοπέδης<br /><b>2.</b> (στο [[ιπποδρόμιο]] ή στο [[στάδιο]]) [[σχοινί]] τεντωμένο το οποίο με την απότομη χαλάρωσή του έδινε το [[σημείο]] εκκίνησης<br /><b>3.</b> <b>πιθ.</b> [[ράβδος]] του παραπετάσματος ή [[είδος]] μηχανισμού με το οποίο χαλαρώνονταν οι κουρτίνες<br /><b>4.</b> λαβές κατάλληλες για τη [[χαλάρωση]] της πίεσης χειρουργικού βρόχου<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> «διὰ μιᾱς ὀργάνου σχαστηρίας» — με μια [[κίνηση]] της μηχανής (<b>Αριστοτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σχάζω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τηρία</i> (<b>πρβλ.</b> [[βακτηρία]], [[στυπτηρία]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 08:25, 8 May 2023
English (LSJ)
ἡ,
A trigger, release mechanism, Arist.Mu.398b15, Ph. Bel.74.27, Hero Aut.13.9, Bel.78.3, Plb.8.5.10, 8.6.3, Apollod.Poliorc. 188.7; trigger (worked by the foot) of a mechanism (cf. ὕσπληξ) for starting a race, Gal.18(1).438.
II perhaps curtain-releasing mechanism, or curtain rod, κατασκευάσαντι σ. χαλκᾶς εἰς τὸν νεὼ τοῦ Ἀσκληπιοῦ . . καὶ τῷ ἐνέντι τὰς σ. εἰς τὸν νεώ Inscr.Délos 372 A 110 (iii B.C.); κίρκων καὶ σχαστηριῶν ib.320 B67 (iii B.C.).
III pl., attachments for relaxing the pressure of a surgical noose, Heraclas ap. Orib.48.7.3.
IV place-name in IG22.2776.17,203.
German (Pape)
[Seite 1053] ἡ, ein Seil, das vor den Eingang der Rennbahn gezogen war und niedergelassen wurde, wenn die Wettrenner, -reiter, -fahrer auslaufen sollten; auch ein bloßer Strich, der die Gränze der Rennbahn am Anfange bezeichnet; auch das Seil an einer Rolle, womit Etwas plötzlich heruntergelassen oder herausgezogen wird; Arist. de mund. 6, 12; Pol. 8, 7, 10. 8, 3; Mathem. vett.
Russian (Dvoretsky)
σχαστηρία: ἡ канат (на блоке, колесе и т. п.) канатная передача Arst., Polyb.
Greek (Liddell-Scott)
σχαστηρία: ἡ, (σχάζω) δηλ. σχοῖνος, σχοινίον τὸ ὁποῖον χαλαροῦσι κατὰ τὴν ἔναρξιν τοῦ ἀγῶνος ἐν τῷ ἱπποδρομίῳ ἢ τῷ σταδίῳ Γαλην. 12. 338Α, πρβλ. χαλαστήρια. ΙΙ. τροχαλία, Πολύβ. 8. 7, 10., 8. 3. ΙΙΙ. διὰ μιᾶς ὀργάνου σχαστηρίας, διὰ μιᾶς κινήσεως τῆς μηχανῆς, Ἀριστ. π. Κόσμ. 6, 14.
Greek Monolingual
η, ΝΑ
νεοελλ.
στρ. εξάρτημα του επικρουστήρα τών φορητών όπλων με το οποίο συγκρατείται αυτός σε θέση όπλισης με αγκίστρωση
αρχ.
1. είδος τροχοπέδης
2. (στο ιπποδρόμιο ή στο στάδιο) σχοινί τεντωμένο το οποίο με την απότομη χαλάρωσή του έδινε το σημείο εκκίνησης
3. πιθ. ράβδος του παραπετάσματος ή είδος μηχανισμού με το οποίο χαλαρώνονταν οι κουρτίνες
4. λαβές κατάλληλες για τη χαλάρωση της πίεσης χειρουργικού βρόχου
5. φρ. «διὰ μιᾱς ὀργάνου σχαστηρίας» — με μια κίνηση της μηχανής (Αριστοτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < σχάζω + επίθημα -τηρία (πρβλ. βακτηρία, στυπτηρία)].