πολύνους: Difference between revisions

From LSJ

ὑπὸ δὲ οἴστρου ἀεὶ ἑλκομένη ψυχή → a soul always dragged along by the fury of passion

Source
m (LSJ2 replacement)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4, $7$9)")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ουν, και [[πολύνοος]], -ον, Α<br />αυτός που έχει πολύ νου, πολύ [[συνετός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[νοῦς]] / [[νόος]] (<b>πρβλ.</b> <i>ομό</i>-[[νους]], <i>υψηλό</i>-[[νους]])].
|mltxt=-ουν, και [[πολύνοος]], -ον, Α<br />αυτός που έχει πολύ νου, πολύ [[συνετός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[νοῦς]] / [[νόος]] ([[πρβλ]]. [[ομόνους]], [[υψηλόνους]])].
}}
}}

Latest revision as of 15:23, 8 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολύνους Medium diacritics: πολύνους Low diacritics: πολύνους Capitals: ΠΟΛΥΝΟΥΣ
Transliteration A: polýnous Transliteration B: polynous Transliteration C: polynous Beta Code: polu/nous

English (LSJ)

-ουν, contr. for πολύνοος.

German (Pape)

[Seite 667] zsgzgn statt πολύνοος.

Greek Monolingual

-ουν, και πολύνοος, -ον, Α
αυτός που έχει πολύ νου, πολύ συνετός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + νοῦς / νόος (πρβλ. ομόνους, υψηλόνους)].