ἄβατον: Difference between revisions
From LSJ
ψυχῆς ἀγῶνα τὸν προκείμενον πέρι δώσων → to stand the appointed trial for his life, to stand the appointed struggle for life and death
(Created page with "{{grml |mltxt=ἄβατον, το (Α) βαίνω<br />τμήμα του ναού ή τόπος ιερός, όπου δεν επιτρεπόταν η ε...") |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{LSJ1 | |||
|Full diacritics=ἄβᾰτον | |||
|Medium diacritics=ἄβατον | |||
|Low diacritics=άβατον | |||
|Capitals=ΑΒΑΤΟΝ | |||
|Transliteration A=ábaton | |||
|Transliteration B=abaton | |||
|Transliteration C=avaton | |||
|Beta Code=a)/baton | |||
|Definition=<span class="bld">1</span> τό, [[sanctuary]], [[adytum]], Theopomp.Hist.313, IG4.952 (Epidaur.), etc.; = [[bidental]], Διὸς καταιβάτου ἄ. ib.2.1659b.<br><span class="bld">2</span> a [[plant]] [[eat]]en [[pickle]]d, Gal.6.623. | |||
}} | |||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἄβατον]], το (Α) [[βαίνω]]<br />[[τμήμα]] του ναού ή [[τόπος]] [[ιερός]], όπου δεν επιτρεπόταν η [[είσοδος]] [[παρά]] μόνο στους ιερείς. | |mltxt=[[ἄβατον]], το (Α) [[βαίνω]]<br />[[τμήμα]] του ναού ή [[τόπος]] [[ιερός]], όπου δεν επιτρεπόταν η [[είσοδος]] [[παρά]] μόνο στους ιερείς. | ||
}} | }} |