φάση: Difference between revisions

From LSJ

Τὴν ἀρχὴν ὅ, τι καὶ λαλω̃ ὑμι̃ν (John 8:25) → Just what I have been saying to you from the very beginning

Source
m (Text replacement - "πλοῑον" to "πλοῖον")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η / [[φάσις]], -εως, ΝΜΑ<br />[[μορφή]], όψη, [[εμφάνιση]] με την οποία παρουσιάζεται [[κάθε]] [[φορά]] ένα [[πράγμα]] ή ένα [[φαινόμενο]]·|| <b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (γενικά) καθεμία από τις διαδοχικές καταστάσεις της εξέλιξης ενός αντικειμένου ή ενός φυσικού, βιολογικού ή κοινωνικού φαινομένου (α. «το [[παιδί]] περνάει τη [[φάση]] της ήβης» β. «ο [[τυφώνας]] πλησιάζει στη [[φάση]] της ύφεσης» γ. «η εθνική [[οικονομία]] βρίσκεται στη [[φάση]] της ανάκαμψης» δ. «η υλικοτεχνική [[μελέτη]] έφθασε στη [[φάση]] της τελικής επεξεργασίας»)<br /><b>2.</b> <b>τεχνολ.</b> καθεμία από τις διαδοχικές καταστάσεις μιας μεταβολής<br /><b>3.</b> <b>αστρον.</b> καθεμία από τις διαδοχικές όψεις τις οποίες εμφανίζει ένα ετερόφωτο [[ουράνιο]] [[σώμα]], [[καθώς]] φωτίζονται από τον Ήλιο τα διαφορετικά τμήματα του δίσκου του, όπως αυτός παρατηρείται από τη Γη («φάσεις της Σελήνης»)<br /><b>4.</b> <b>φυσ.</b> το [[κλάσμα]] της περιόδου ορισμένου περιοδικού φαινομένου το οποίο διανύεται [[ωσότου]] το [[σύστημα]] μεταβεί από τη [[θέση]] αναφοράς, [[δηλαδή]] τη [[θέση]] [[μηδέν]], σε μια ενδιάμεση [[θέση]], όπως λ.χ. στην [[περίπτωση]] ενός ρολογιού, όταν ο [[λεπτοδείκτης]] βρίσκεται στην [[ένδειξη]] «3», η [[φάση]] του θα [[είναι]] 1/4 της ώρας, δεδομένου ότι, [[καθώς]] κινήθηκε από την [[ένδειξη]] «12» έως την [[ένδειξη]] «3», διήνυσε το 1/4 της περιόδου του, που [[είναι]] [[ένας]] [[ολόκληρος]] [[κύκλος]], [[δηλαδή]] μία ώρα<br /><b>5.</b> <b>φυσ.-χημ.</b> [[ομογενής]] από [[φυσική]] και χημική [[άποψη]] [[ποσότητα]] ύλης, αποτελούμενης από μια απλή [[ουσία]] ή από [[μίγμα]] ουσιών, η οποία [[είναι]] συστατικό ενός μη ομογενούς συστήματος, από το οποίο μπορεί να διαχωριστεί με [[μηχανικό]] τρόπο, όπως [[είναι]] λ.χ. καθεμία από τις [[τρεις]] βασικές φάσεις στις οποίες μπορούν να υπάρξουν τα διάφορα σώματα, [[δηλαδή]] η [[αέρια]], η υγρά και η [[στερεά]]<br /><b>6.</b> <b>γεωλ.</b> α) σύντομο [[χρονικό]] [[διάστημα]] ή [[επεισόδιο]], [[συνήθως]] [[μέσα]] στα πλαίσια μιας μεγαλύτερης περιόδου, [[κατά]] το οποίο συντελέστηκε [[εξέλιξη]] ή [[αλλαγή]] ενός γεωλογικού χαρακτηριστικού<br />β) το [[σύνολο]] τών λιθολογικών, ιζηματολογικών ή παλαιοντολογικών χαρακτηριστικών ενός πετρώματος τα οποία ανακλούν τις συνθήκες υπό τις οποίες σχηματίστηκε αυτό το [[πέτρωμα]]<br /><b>7.</b> (ιατρ.-φυτοπαθ.) καθένα από τα διαδοχικά στάδια που διέρχεται μία [[νόσος]] ή μία [[άλλη]] [[εξεργασία]] (α. «[[φάση]] πρωτογενών συμπτωμάτων» β. «[[φάση]] οξείας μορφής» γ. «[[φάση]] της χρόνιας μορφής»)<br /><b>8.</b> <b>(αθλ.)</b> [[στιγμιότυπο]] της εξέλιξης μιας αθλητικής συνάντησης («ο [[αγώνας]] είχε πολύ ενδιαφέρουσες φάσεις, [[αλλά]] έληξε [[χωρίς]] τέρματα»)<br /><b>9.</b> <b>μτφ.</b> [[επεισόδιο]], [[γεγονός]] («έγινε μια [[φάση]] [[χθες]]...»)<br /><b>10.</b> <b>φρ.</b> α) «κινήσεις εν φάσει [ή σε [[φάση]]]»<br /><b>φυσ.</b> περιοδικές κινήσεις τών οποίων τα αντίστοιχα [[σημεία]] φθάνουν ταυτόχρονα στο [[μέγιστο]] ή στο ελάχιστο της μετατόπισης, όπως λ.χ. όταν οι λόφοι δύο κυμάτων διέρχονται από το ίδιο [[σημείο]] ή από την [[ίδια]] [[γραμμή]] [[κατά]] την [[ίδια]] χρονική [[στιγμή]]<br />β) «κινήσεις με αντίθετες φάσεις»<br /><b>φυσ.</b> περιοδικές κινήσεις τών οποίων τα αντίστοιχα [[σημεία]] φθάνουν στο [[μέγιστο]] ή στο ελάχιστο της μετατόπισης [[κατά]] διαμετρικά αντίθετες χρονικές στιγμές ή, ισοδύναμα, την [[ίδια]] χρονική [[στιγμή]] βρίσκονται σε διαμετρικά αντίθετες θέσεις, όπως λ.χ. όταν ο [[λόφος]] του ενός κύματος συμπίπτει χρονικά με την [[κοιλάδα]] του άλλου κύματος<br />γ) «διαγράμματα φάσεων»<br /><b>φυσ.-χημ.</b> γραφήματα τα οποία παρουσιάζουν τις περιοχές σταθερότητας τών διαφόρων φάσεων ενός συστήματος, όπως λ.χ. μιας καθαρής ουσίας ή ενός μίγματος, συναρτήσει τών παραμέτρων που [[είναι]] απαραίτητες για τον προσδιορισμό της θερμοδυναμικής του κατάστασης, [[δηλαδή]] της θερμοκρασίας, της πίεσης, της διαλυτότητας κ.ά.<br />δ) «[[τεκτονική]] [[φάση]]» ή «ορογενετική [[φάση]]<br /><b>γεωλ.</b> [[επεισόδιο]] παραμόρφωσης που, μερικές φορές, συντελείται [[κατά]] τη [[διάρκεια]] ορογενητικών διεργασιών («σουδητική [[φάση]] της ερκύνιας ορογένεσης»)<br />δ) «[[φάση]] μεταμόρφωσης»<br /><b>(πετρογρ.)</b> [[σύνολο]] μεταμορφωμένων πετρωμάτων τα οποία σχηματίστηκαν [[μέσα]] σε όμοιες συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης<br />στ) «[[χάρτης]] φάσεων»<br /><b>γεωλ.</b> χαρτογραφική [[απεικόνιση]] ιζηματογενών, λιθολογικών χαρακτηριστικών, η οποία δείχνει όλες τις πλευρικές διαβαθμίσεις και διαφοροποιήσεις οι οποίες μπορούν να απαντούν σε αυτές τις ενότητες<br />ζ) «έχει [[φάση]]»<br /><b>(διαλ.)</b> έχει [[ενδιαφέρον]], [[είναι]] ευχάριστο, [[είναι]] διασκεδαστικό<br />η) «[[είναι]] καλή [[φάση]]»<br /><b>(διαλ.)</b> [[είναι]] ενδιαφέρουσα [[περίπτωση]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[ίχνος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[μήνυση]], [[καταγγελία]], [[ιδίως]] [[κατά]] λαθρεμπόρων («τὴν περὶ τὸ πλοῖον φάσιν ηὑρίσκομεν γεγονυῑαν», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>2.</b> (ειδικά) (στο αττ. δίκ.) [[μήνυση]] την οποία υπέβαλλε [[ιδιώτης]] [[εναντίον]] [[αυτού]] που έβλαπτε τα υλικά συμφέροντα του δημοσίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>φᾰ</i>- του ρ. [[φαίνω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>σις</i> (για τη [[μορφή]] και τη σημ. της λ. <b>βλ. λ.</b> [[φαίνω]])].
|mltxt=η / [[φάσις]], -εως, ΝΜΑ<br />[[μορφή]], όψη, [[εμφάνιση]] με την οποία παρουσιάζεται [[κάθε]] [[φορά]] ένα [[πράγμα]] ή ένα [[φαινόμενο]]·|| <b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (γενικά) καθεμία από τις διαδοχικές καταστάσεις της εξέλιξης ενός αντικειμένου ή ενός φυσικού, βιολογικού ή κοινωνικού φαινομένου (α. «το [[παιδί]] περνάει τη [[φάση]] της ήβης» β. «ο [[τυφώνας]] πλησιάζει στη [[φάση]] της ύφεσης» γ. «η εθνική [[οικονομία]] βρίσκεται στη [[φάση]] της ανάκαμψης» δ. «η υλικοτεχνική [[μελέτη]] έφθασε στη [[φάση]] της τελικής επεξεργασίας»)<br /><b>2.</b> <b>τεχνολ.</b> καθεμία από τις διαδοχικές καταστάσεις μιας μεταβολής<br /><b>3.</b> <b>αστρον.</b> καθεμία από τις διαδοχικές όψεις τις οποίες εμφανίζει ένα ετερόφωτο [[ουράνιο]] [[σώμα]], [[καθώς]] φωτίζονται από τον Ήλιο τα διαφορετικά τμήματα του δίσκου του, όπως αυτός παρατηρείται από τη Γη («φάσεις της Σελήνης»)<br /><b>4.</b> <b>φυσ.</b> το [[κλάσμα]] της περιόδου ορισμένου περιοδικού φαινομένου το οποίο διανύεται [[ωσότου]] το [[σύστημα]] μεταβεί από τη [[θέση]] αναφοράς, [[δηλαδή]] τη [[θέση]] [[μηδέν]], σε μια ενδιάμεση [[θέση]], όπως λ.χ. στην [[περίπτωση]] ενός ρολογιού, όταν ο [[λεπτοδείκτης]] βρίσκεται στην [[ένδειξη]] «3», η [[φάση]] του θα [[είναι]] 1/4 της ώρας, δεδομένου ότι, [[καθώς]] κινήθηκε από την [[ένδειξη]] «12» έως την [[ένδειξη]] «3», διήνυσε το 1/4 της περιόδου του, που [[είναι]] [[ένας]] [[ολόκληρος]] [[κύκλος]], [[δηλαδή]] μία ώρα<br /><b>5.</b> <b>φυσ.-χημ.</b> [[ομογενής]] από [[φυσική]] και χημική [[άποψη]] [[ποσότητα]] ύλης, αποτελούμενης από μια απλή [[ουσία]] ή από [[μίγμα]] ουσιών, η οποία [[είναι]] συστατικό ενός μη ομογενούς συστήματος, από το οποίο μπορεί να διαχωριστεί με [[μηχανικό]] τρόπο, όπως [[είναι]] λ.χ. καθεμία από τις [[τρεις]] βασικές φάσεις στις οποίες μπορούν να υπάρξουν τα διάφορα σώματα, [[δηλαδή]] η [[αέρια]], η υγρά και η [[στερεά]]<br /><b>6.</b> <b>γεωλ.</b> α) σύντομο [[χρονικό]] [[διάστημα]] ή [[επεισόδιο]], [[συνήθως]] [[μέσα]] στα πλαίσια μιας μεγαλύτερης περιόδου, [[κατά]] το οποίο συντελέστηκε [[εξέλιξη]] ή [[αλλαγή]] ενός γεωλογικού χαρακτηριστικού<br />β) το [[σύνολο]] τών λιθολογικών, ιζηματολογικών ή παλαιοντολογικών χαρακτηριστικών ενός πετρώματος τα οποία ανακλούν τις συνθήκες υπό τις οποίες σχηματίστηκε αυτό το [[πέτρωμα]]<br /><b>7.</b> (ιατρ.-φυτοπαθ.) καθένα από τα διαδοχικά στάδια που διέρχεται μία [[νόσος]] ή μία [[άλλη]] [[εξεργασία]] (α. «[[φάση]] πρωτογενών συμπτωμάτων» β. «[[φάση]] οξείας μορφής» γ. «[[φάση]] της χρόνιας μορφής»)<br /><b>8.</b> <b>(αθλ.)</b> [[στιγμιότυπο]] της εξέλιξης μιας αθλητικής συνάντησης («ο [[αγώνας]] είχε πολύ ενδιαφέρουσες φάσεις, [[αλλά]] έληξε [[χωρίς]] τέρματα»)<br /><b>9.</b> <b>μτφ.</b> [[επεισόδιο]], [[γεγονός]] («έγινε μια [[φάση]] [[χθες]]...»)<br /><b>10.</b> <b>φρ.</b> α) «κινήσεις εν φάσει [ή σε [[φάση]]]»<br /><b>φυσ.</b> περιοδικές κινήσεις τών οποίων τα αντίστοιχα [[σημεία]] φθάνουν ταυτόχρονα στο [[μέγιστο]] ή στο ελάχιστο της μετατόπισης, όπως λ.χ. όταν οι λόφοι δύο κυμάτων διέρχονται από το ίδιο [[σημείο]] ή από την [[ίδια]] [[γραμμή]] [[κατά]] την [[ίδια]] χρονική [[στιγμή]]<br />β) «κινήσεις με αντίθετες φάσεις»<br /><b>φυσ.</b> περιοδικές κινήσεις τών οποίων τα αντίστοιχα [[σημεία]] φθάνουν στο [[μέγιστο]] ή στο ελάχιστο της μετατόπισης [[κατά]] διαμετρικά αντίθετες χρονικές στιγμές ή, ισοδύναμα, την [[ίδια]] χρονική [[στιγμή]] βρίσκονται σε διαμετρικά αντίθετες θέσεις, όπως λ.χ. όταν ο [[λόφος]] του ενός κύματος συμπίπτει χρονικά με την [[κοιλάδα]] του άλλου κύματος<br />γ) «διαγράμματα φάσεων»<br /><b>φυσ.-χημ.</b> γραφήματα τα οποία παρουσιάζουν τις περιοχές σταθερότητας τών διαφόρων φάσεων ενός συστήματος, όπως λ.χ. μιας καθαρής ουσίας ή ενός μίγματος, συναρτήσει τών παραμέτρων που [[είναι]] απαραίτητες για τον προσδιορισμό της θερμοδυναμικής του κατάστασης, [[δηλαδή]] της θερμοκρασίας, της πίεσης, της διαλυτότητας κ.ά.<br />δ) «[[τεκτονική]] [[φάση]]» ή «ορογενετική [[φάση]]<br /><b>γεωλ.</b> [[επεισόδιο]] παραμόρφωσης που, μερικές φορές, συντελείται [[κατά]] τη [[διάρκεια]] ορογενητικών διεργασιών («σουδητική [[φάση]] της ερκύνιας ορογένεσης»)<br />δ) «[[φάση]] μεταμόρφωσης»<br /><b>(πετρογρ.)</b> [[σύνολο]] μεταμορφωμένων πετρωμάτων τα οποία σχηματίστηκαν [[μέσα]] σε όμοιες συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης<br />στ) «[[χάρτης]] φάσεων»<br /><b>γεωλ.</b> χαρτογραφική [[απεικόνιση]] ιζηματογενών, λιθολογικών χαρακτηριστικών, η οποία δείχνει όλες τις πλευρικές διαβαθμίσεις και διαφοροποιήσεις οι οποίες μπορούν να απαντούν σε αυτές τις ενότητες<br />ζ) «έχει [[φάση]]»<br /><b>(διαλ.)</b> έχει [[ενδιαφέρον]], [[είναι]] ευχάριστο, [[είναι]] διασκεδαστικό<br />η) «[[είναι]] καλή [[φάση]]»<br /><b>(διαλ.)</b> [[είναι]] ενδιαφέρουσα [[περίπτωση]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[ίχνος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[μήνυση]], [[καταγγελία]], [[ιδίως]] [[κατά]] λαθρεμπόρων («τὴν περὶ τὸ πλοῖον φάσιν ηὑρίσκομεν γεγονυῖαν», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>2.</b> (ειδικά) (στο αττ. δίκ.) [[μήνυση]] την οποία υπέβαλλε [[ιδιώτης]] [[εναντίον]] [[αυτού]] που έβλαπτε τα υλικά συμφέροντα του δημοσίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>φᾰ</i>- του ρ. [[φαίνω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>σις</i> (για τη [[μορφή]] και τη σημ. της λ. <b>βλ. λ.</b> [[φαίνω]])].
}}
}}

Latest revision as of 14:50, 6 February 2024

Greek Monolingual

η / φάσις, -εως, ΝΜΑ
μορφή, όψη, εμφάνιση με την οποία παρουσιάζεται κάθε φορά ένα πράγμα ή ένα φαινόμενο·