ἐπίσειον: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἔστι γῆρας τοῦδε τοῦ μιάσματος → that pollution never wears out, that pollution can never grow old

Source
(13_2)
(6_22)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0976.png Seite 976]] τό, die Schamgegend, die Schamhaare, Hippocr., mit der v. l. [[ἐπίσιον]], wie Arist. H. A. 1, 15 steht; Lycophr. 1385.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0976.png Seite 976]] τό, die Schamgegend, die Schamhaare, Hippocr., mit der v. l. [[ἐπίσιον]], wie Arist. H. A. 1, 15 steht; Lycophr. 1385.
}}
{{ls
|lstext='''ἐπίσειον''': τό, τὰ περὶ τὴν ἥβην μέρη, Ἱππ. 252. 34, κτλ.· γραφόμενον [[ὡσαύτως]] ἐπείσειον, Λυκόφρ. 1385· [[ἐπίσιον]], Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 13, 1. - [[Κατὰ]] [[Πολυδ]]. «αὐτὴ δὲ ἡ [[τρίχωσις]] (ἡ περὶ τὸ [[αἰδοῖον]] δηλ.) ἥβη τη καὶ [[ἐπίσιον]]», κατὰ δὲ Ἡσύχιον: «[[ἐπίσειον]]· τὸ [[αἰδοῖον]] ἀνδρὸς καὶ γυναικός».
}}
}}

Revision as of 09:24, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπίσειον Medium diacritics: ἐπίσειον Low diacritics: επίσειον Capitals: ΕΠΙΣΕΙΟΝ
Transliteration A: epíseion Transliteration B: episeion Transliteration C: episeion Beta Code: e)pi/seion

English (LSJ)

   A v. ἐπίσιον.

German (Pape)

[Seite 976] τό, die Schamgegend, die Schamhaare, Hippocr., mit der v. l. ἐπίσιον, wie Arist. H. A. 1, 15 steht; Lycophr. 1385.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπίσειον: τό, τὰ περὶ τὴν ἥβην μέρη, Ἱππ. 252. 34, κτλ.· γραφόμενον ὡσαύτως ἐπείσειον, Λυκόφρ. 1385· ἐπίσιον, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 13, 1. - Κατὰ Πολυδ. «αὐτὴ δὲ ἡ τρίχωσις (ἡ περὶ τὸ αἰδοῖον δηλ.) ἥβη τη καὶ ἐπίσιον», κατὰ δὲ Ἡσύχιον: «ἐπίσειον· τὸ αἰδοῖον ἀνδρὸς καὶ γυναικός».