ἀπεικόνισμα: Difference between revisions
From LSJ
Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur
(b) |
(6_21) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0283.png Seite 283]] τό, Abbild, Epist. Socrat. 20. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0283.png Seite 283]] τό, Abbild, Epist. Socrat. 20. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀπεικόνισμα''': τό, = [[ἀπείκασμα]], Ἐπιστ. Σωκρ. 20, [[συχν]]. παρὰ Φίλωνι καὶ Ἐκκλ.: ― [[ὡσαύτως]] ἀπεικόνισις, ἡ, Βυζ., καὶ ἀπεικονισμός, ὁ, Ἐπιφάν. = [[ἀπεικασία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 09:40, 5 August 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A = ἀπείκασμα, Socr.Ep.20, Ph.1.4, al., BMus.Inscr.481*.24 (Ephesus, ii A.D.), Phlp. inPh.316.24.
German (Pape)
[Seite 283] τό, Abbild, Epist. Socrat. 20.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπεικόνισμα: τό, = ἀπείκασμα, Ἐπιστ. Σωκρ. 20, συχν. παρὰ Φίλωνι καὶ Ἐκκλ.: ― ὡσαύτως ἀπεικόνισις, ἡ, Βυζ., καὶ ἀπεικονισμός, ὁ, Ἐπιφάν. = ἀπεικασία.