κάσας: Difference between revisions
From LSJ
φελένη καὶ φάναξ καὶ φοῖκος καὶ φαήρ → Ἑλένη καὶ ἄναξ καὶ οἶκος καὶ ἀήρ | Helen, lord, house, and air
(13_5) |
(6_19) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1333.png Seite 1333]] ὁ, nach Arcad. 24, 1 richtiger κασᾶς od. [[κασῆς]] geschrieben, der es τὸ πιλωτὸν [[ἱμάτιον]] erkl., wie Poll. 7, 68 (wo κάσσας aus Xen. citirt ist) [[ἀμφιτάπης]] καὶ πιλωτά, Pferdedecke, Schabracke, ἐφίππιοι Xen. Cyr. 8, 3, 6. 34 (Fremdwort. Nach Hesych. ist κάς das Fell, vgl. [[κάσσος]], [[κασσύω]]). | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1333.png Seite 1333]] ὁ, nach Arcad. 24, 1 richtiger κασᾶς od. [[κασῆς]] geschrieben, der es τὸ πιλωτὸν [[ἱμάτιον]] erkl., wie Poll. 7, 68 (wo κάσσας aus Xen. citirt ist) [[ἀμφιτάπης]] καὶ πιλωτά, Pferdedecke, Schabracke, ἐφίππιοι Xen. Cyr. 8, 3, 6. 34 (Fremdwort. Nach Hesych. ist κάς das Fell, vgl. [[κάσσος]], [[κασσύω]]). | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''κάσας''': -ου, ὁ, φέρεται καὶ κασᾶς ἢ κασῆς, [[τάπης]] ἢ δορὰ διὰ [[κάθισμα]], ἐφίππιον, Ξεν. Κύρ. 8. 3, 6. Ὁ Ἡσύχ. μνημονεύει κάς, [[δορά]], δέρμα· ἢ πιθαν. ἡ [[λέξις]] νὰ [[εἶναι]] συγγενὴς πρὸς τὸ κῶς, [[κῶας]],―ἂν μὴ [[εἶναι]] Περσική). | |||
}} | }} |
Revision as of 10:20, 5 August 2017
German (Pape)
[Seite 1333] ὁ, nach Arcad. 24, 1 richtiger κασᾶς od. κασῆς geschrieben, der es τὸ πιλωτὸν ἱμάτιον erkl., wie Poll. 7, 68 (wo κάσσας aus Xen. citirt ist) ἀμφιτάπης καὶ πιλωτά, Pferdedecke, Schabracke, ἐφίππιοι Xen. Cyr. 8, 3, 6. 34 (Fremdwort. Nach Hesych. ist κάς das Fell, vgl. κάσσος, κασσύω).
Greek (Liddell-Scott)
κάσας: -ου, ὁ, φέρεται καὶ κασᾶς ἢ κασῆς, τάπης ἢ δορὰ διὰ κάθισμα, ἐφίππιον, Ξεν. Κύρ. 8. 3, 6. Ὁ Ἡσύχ. μνημονεύει κάς, δορά, δέρμα· ἢ πιθαν. ἡ λέξις νὰ εἶναι συγγενὴς πρὸς τὸ κῶς, κῶας,―ἂν μὴ εἶναι Περσική).