καταγογγύζω: Difference between revisions
From LSJ
μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν → lead us not into temptation
(b) |
(6_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1343.png Seite 1343]] gegen Einen murren, Sp., wie Ios., τινός. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1343.png Seite 1343]] gegen Einen murren, Sp., wie Ios., τινός. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''καταγογγύζω''': [[γογγύζω]] [[ἐναντίον]] τινός, καταγογγύζουσι τοῦ Δημητρίου Ἑβδ. (Α΄ Μακκ. ΙΑ΄, 39). ― Παθ., κατεγογγύσθη ὡς οἱ κλέπτοντες καὶ νοσφιζόμενοι Γρηγ. Νύσσ. τ. 2, σ. 748C, κλ. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:40, 5 August 2017
English (LSJ)
A murmur against, τινος LXX 1 Ma.11.39.
German (Pape)
[Seite 1343] gegen Einen murren, Sp., wie Ios., τινός.
Greek (Liddell-Scott)
καταγογγύζω: γογγύζω ἐναντίον τινός, καταγογγύζουσι τοῦ Δημητρίου Ἑβδ. (Α΄ Μακκ. ΙΑ΄, 39). ― Παθ., κατεγογγύσθη ὡς οἱ κλέπτοντες καὶ νοσφιζόμενοι Γρηγ. Νύσσ. τ. 2, σ. 748C, κλ.