Μινώταυρος: Difference between revisions

From LSJ

Πενία δ' ἄτιμον καὶ τὸν εὐγενῆ ποιεῖ → Pauper inhonorus, genere sit clarus licet → Die Armut nimmt selbst dem, der edel ist, die Ehr'

Menander, Monostichoi, 455
(6_14)
 
(Bailly1_3)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''Μινώταυρος''': ὁ, [[θηρίον]] μυθῶδες ἔχον [[σῶμα]] ἀνδρὸς καὶ κεφαλὴν ταύρου, ἦτο δὲ κεκλεισμένον ἐν τῷ ἐν Κνωσῷ Λαβυρίνθῳ, Ἀπολλοδ. Γ΄, 1, 14, κἑξ.
|lstext='''Μινώταυρος''': ὁ, [[θηρίον]] μυθῶδες ἔχον [[σῶμα]] ἀνδρὸς καὶ κεφαλὴν ταύρου, ἦτο δὲ κεκλεισμένον ἐν τῷ ἐν Κνωσῷ Λαβυρίνθῳ, Ἀπολλοδ. Γ΄, 1, 14, κἑξ.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />le Minotaure, monstre, moitié taureau, moitié homme.<br />'''Étymologie:''' [[Μίνως]], [[ταῦρος]].
}}
}}

Revision as of 18:40, 9 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

Μινώταυρος: ὁ, θηρίον μυθῶδες ἔχον σῶμα ἀνδρὸς καὶ κεφαλὴν ταύρου, ἦτο δὲ κεκλεισμένον ἐν τῷ ἐν Κνωσῷ Λαβυρίνθῳ, Ἀπολλοδ. Γ΄, 1, 14, κἑξ.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
le Minotaure, monstre, moitié taureau, moitié homme.
Étymologie: Μίνως, ταῦρος.