προεισφέρω: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_6)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προεισφέρω''': εἰσφέρῳ πρότερον, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ἀχ. 322, in Med. 2) [[παρέχω]] χρήματα, πληρώνω τὴν εἰσφορὰν ὑπέρ τινος, Δημ. 1046. 24· [[ὑπὲρ]] [[ἑαυτοῦ]] ὁ αὐτ. 1208. 25· πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθῆκαι) 2140a 2, 2423b. 3) [[εἰσάγω]] πρότερον, νόμον [[Πολυδ]]. Ε΄, 166.
|lstext='''προεισφέρω''': εἰσφέρῳ πρότερον, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ἀχ. 322, in Med. 2) [[παρέχω]] χρήματα, πληρώνω τὴν εἰσφορὰν ὑπέρ τινος, Δημ. 1046. 24· [[ὑπὲρ]] [[ἑαυτοῦ]] ὁ αὐτ. 1208. 25· πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθῆκαι) 2140a 2, 2423b. 3) [[εἰσάγω]] πρότερον, νόμον [[Πολυδ]]. Ε΄, 166.
}}
{{bailly
|btext=faire l’avance d’une somme pour les impôts de qqn.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[εἰσφέρω]].
}}
}}