ὑποτακτικός: Difference between revisions

From LSJ

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336
(Bailly1_5)
(eksahir)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ή, όν :<br /><b>I.</b> subordonné :<br /><b>1</b> <i>en gén.</i><br /><b>2</b> <i>particul.</i> soumis, dépendant;<br /><b>II.</b> qui concerne la subordination ; ἡ ὑποτακτική ([[ἔγκλισις]]) le subjonctif ; τὸ ὑποτακτικὸν [[ἄρθρον]] <i>litt.</i> l’article postposé, <i>ou</i> subordonné, <i>càd</i> le pronom relatif [[ὅς]], ἥ, ὅ.<br />'''Étymologie:''' [[ὑποτάσσω]].
|btext=ή, όν :<br /><b>I.</b> subordonné :<br /><b>1</b> <i>en gén.</i><br /><b>2</b> <i>particul.</i> soumis, dépendant;<br /><b>II.</b> qui concerne la subordination ; ἡ ὑποτακτική ([[ἔγκλισις]]) le subjonctif ; τὸ ὑποτακτικὸν [[ἄρθρον]] <i>litt.</i> l’article postposé, <i>ou</i> subordonné, <i>càd</i> le pronom relatif [[ὅς]], ἥ, ὅ.<br />'''Étymologie:''' [[ὑποτάσσω]].
}}
{{eles
|esgtx=[[fórmula para someter]]
}}
}}

Revision as of 10:32, 22 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑποτακτικός Medium diacritics: ὑποτακτικός Low diacritics: υποτακτικός Capitals: ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΣ
Transliteration A: hypotaktikós Transliteration B: hypotaktikos Transliteration C: ypotaktikos Beta Code: u(potaktiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A post-positive, necessarily placed after something with which it is combined, e.g. μοι, opp. ὑποτασσόμενος (capable of being placed after, e. g. ἐμοί), A.D.Pron.35.22, cf. Adv. 126.21; ὑ. συλλαβαί, e.g. γμ, κμ, χμ, Id.Synt.7.9, cf. 58.3; ὑ. φωνῆεν a vowel which must come second in a diphthong, EM203.47, al.; στοιχεῖα (i.e. ι and υ) D.T.631.8; οὐχ ὑ. τῷ ν τὸ π, π cannot follow ν, D.H.Comp.22. Adv. -κῶς, opp. προτακτικῶς, A.D. Synt.227.15.    2 ὑ. ἄρθρον, i.e. ὅς, ἥ, ὅ, D.T.640.6, A.D.Pron. 110.14, Greg.Cor.p.385 S.; τὸ ὅς ὑποτακτικόν Ath.11.493b; ὑ. σύνταξις τῶν ἄρθρων A.D.Synt.87.2.    3 of Verbs, ὑ. ἔγκλισις subjunctive mood, D.T.638.8, A.D.Synt.246.15, al.; τὰ καλούμενα ὑ. ῥήματα verbs in the subjunctive, ib.265.25, cf. Conj.243.13, 244.18, al.; ἐὰν τοῦτο -κὸν ᾖ if this is subjunctive, Phryn.337; ὑ. σύνδεσμος conjunction requiring the subjunctive, Thom.Mag.p.132 R.    4 -τακτικόν, τό, a charm for bringing people into subjection, PMag. Lond.121.940; ὑ. Ἀπόλλωνος ib.124.36.    5 ὑποτακτικὰ ζῴδια the feminine ζῴδια, i.e. even numbers beginning with Taurus, Cat.Cod.Astr.1.165, 5(1).187.    6 submissive, obedient, τέκνα PMasp.97v D37 (vi A. D.).

Greek (Liddell-Scott)

ὑποτακτικός: -ή, -όν, δευτερεύων, ὑποτεταγμένος, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ προτακτικός, Εὐστ. Πονημάτ. 95. 90., 221, 24. ΙΙ. ἐπιτασσόμενος, κατόπιν τιθέμενος, ὑπ. φωνῆεν, τ. δεύτερον φωνῆεν διφθόγγου, Ἐτυμ. Μέγ. 203. 47, κ. ἀλλ. 2) ὑπ. ἄρθρον, articulus postpositivus, δηλ. ἡ ἀντων. ὅς, ἥ, ὅ, Γρηγ. Κορίνθου 385. 3) ἐπὶ ῥημάτων, ὑπ. ἔγκλισις, ὑπ. ῥῆμα ἢ ὁ ὑποτακτικός, modus subjunctivus, Ἀπολλ. π. Συντάξ. 261, κ. ἀλλ.· - ὑπ. σύνδεσμος, ὁ συναπτόμενος ὑποτακτικῇ Θωμ. Μ. - Ἐπίρρ. -κῶς, καθ’ ὑποτακτικήν, Ἀπολλ. π. Συντάξ. 226. 4) ἀναφορικός, ἐπὶ ἀντωνυμίας, «τὸ ὃς ἀντὶ προτακτικοῦ τοῦ ὁ Ὅμηρος οὐδέποτε τίθησι· τοὔμπαλιν δὲ ἀντὶ τοῦ ὃς ὑποτακτικοῦ παραλαμβάνει τὸ προτακτικὸν ό» Ἀθήν. 493Β.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
I. subordonné :
1 en gén.
2 particul. soumis, dépendant;
II. qui concerne la subordination ; ἡ ὑποτακτική (ἔγκλισις) le subjonctif ; τὸ ὑποτακτικὸν ἄρθρον litt. l’article postposé, ou subordonné, càd le pronom relatif ὅς, ἥ, ὅ.
Étymologie: ὑποτάσσω.

Spanish

fórmula para someter