βλέμμα: Difference between revisions

From LSJ

αἰὼν παῖς ἐστι παίζων, πεσσεύων∙ παιδός η βασιληίη → time is a child playing draughts; the kingship is a child's | a life-time is a child playing, playing checkers: the kingship belongs to a child | a whole human life-time is nothing but a child playing, playing checkers: the kingship belongs to a child | lifetime is a child at play, moving pieces in a game; kingship belongs to the child

Source
(big3_9)
(abb-1)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[mirada]] βλεμμάτων ῥέπει [[βολή]] A.<i>Fr</i>.242, οὐδὲ τὸ β. αὐτὸ κατὰ χώραν ἔχει Ar.<i>Pl</i>.367, οὐδ' ἂν ἀπαγγεῖλαι δύναιθ' ἑτέρῳ, τῷ σχήματι, τῷ βλέμματι, τῇ φωνῇ D.21.72, ἀμφότερα μηνύει γὰρ ἀπὸ τῶν βλεμμάτων Antiph.232.4, cf. Arist.<i>Pr</i>.958<sup>a</sup>18, βλέμματι γὰρ καὶ ἀκοῇ ὁ δίκαιος ἐγκατοικῶν ἐν αὐτοῖς 2<i>Ep.Petr</i>.2.8, cf. Philostr.<i>VS</i> 491, τὸ β. καὶ τὸ χρῶμα τοῦ προσώπου Gal.14.632, β. μόνον ἤρκεσε τηρουμένης παρθένου Ach.Tat.1.9.3, τὸ β. οὐ μετατρεπόμενον D.Chr.1.71, cf. 79, ἦν σφόδρα βουλομένης τὸ β. Aristaenet.1.16.26, 2.5.4, μή σου τὸ β. ἁμαρτανέτω Cyr.H.<i>Procatech</i>.8, cf. Gel.Cyz.<i>HE</i> 2.19.20, ῥεμβῶδες Plu.2.45d, cf. 680e, 780a, ἄθυμον X.Eph.1.5.2, cf. 13.3, περίπικρον Herm.<i>Sim</i>.6.2.5, τετραμμένον εἰς γῆν Clem.Al.<i>Fr</i>.44.<br /><b class="num">2</b> [[sentido de la vista]] τὰ τοῦ σώματος αἰσθητήρια, β., [[ἀκοή]], καὶ τὰ ἄλλα Epiph.Const.<i>Haer</i>.9.4.11<br /><b class="num">•</b>[[ojo]] λέγω δὲ τά τε χρώματα, ῥάμφη, ὄνυχας, βλέμματα ... καὶ τὰ λοιπὰ πάντα <i>Hom.Clem</i>.3.34, γλυκεροῦ βλέμματος ὀρφανίσας <i>AP</i> 9.159<br /><b class="num">•</b>fig. de la mente ὡς ἀγαθὸς πύκτης, ἀμετεώριστον ἔχει τὸ τῆς ψυχῆς β. Basil.M.31.208A, τοῦ φρονήματος τὸ β. Mac.Magn.<i>Apocr</i>.2.21 (p.44), τῷ τῆς διανοίας βλέμματι Gel.Cyz.<i>HE</i> 2.19.22.<br /><b class="num">II</b> [[aspecto]] ἓν ἦμαρ ἡδὺ βλέμμ' ἔχειν μόνον E.<i>HF</i> 306, τὸ β. θ' ὡς ἔχοιμι μαλακὸν καὶ καλόν Ar.<i>Pl</i>.1022, cf. Philetaer.5, τοῦ Πολέμου τοῦ βλέμματος Ar.<i>Pax</i> 239, κακοῦργος εὐθὺς ἀπὸ τοῦ βλέμματος Men.<i>Dysc</i>.258, β. ... θαυμάζοντες [[αὐτοῦ]] Plu.2.84e, cf. Gal.17(2).146, Philostr.<i>VA</i> 3.36, Aristaenet.1.13.33, ἀναίσχυντον <i>POxy</i>.471.60 (II d.C.), πρὸς τὸ σύνηθες β. ἀποκαθιστάμενος Hld.1.3.6.
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[mirada]] βλεμμάτων ῥέπει [[βολή]] A.<i>Fr</i>.242, οὐδὲ τὸ β. αὐτὸ κατὰ χώραν ἔχει Ar.<i>Pl</i>.367, οὐδ' ἂν ἀπαγγεῖλαι δύναιθ' ἑτέρῳ, τῷ σχήματι, τῷ βλέμματι, τῇ φωνῇ D.21.72, ἀμφότερα μηνύει γὰρ ἀπὸ τῶν βλεμμάτων Antiph.232.4, cf. Arist.<i>Pr</i>.958<sup>a</sup>18, βλέμματι γὰρ καὶ ἀκοῇ ὁ δίκαιος ἐγκατοικῶν ἐν αὐτοῖς 2<i>Ep.Petr</i>.2.8, cf. Philostr.<i>VS</i> 491, τὸ β. καὶ τὸ χρῶμα τοῦ προσώπου Gal.14.632, β. μόνον ἤρκεσε τηρουμένης παρθένου Ach.Tat.1.9.3, τὸ β. οὐ μετατρεπόμενον D.Chr.1.71, cf. 79, ἦν σφόδρα βουλομένης τὸ β. Aristaenet.1.16.26, 2.5.4, μή σου τὸ β. ἁμαρτανέτω Cyr.H.<i>Procatech</i>.8, cf. Gel.Cyz.<i>HE</i> 2.19.20, ῥεμβῶδες Plu.2.45d, cf. 680e, 780a, ἄθυμον X.Eph.1.5.2, cf. 13.3, περίπικρον Herm.<i>Sim</i>.6.2.5, τετραμμένον εἰς γῆν Clem.Al.<i>Fr</i>.44.<br /><b class="num">2</b> [[sentido de la vista]] τὰ τοῦ σώματος αἰσθητήρια, β., [[ἀκοή]], καὶ τὰ ἄλλα Epiph.Const.<i>Haer</i>.9.4.11<br /><b class="num">•</b>[[ojo]] λέγω δὲ τά τε χρώματα, ῥάμφη, ὄνυχας, βλέμματα ... καὶ τὰ λοιπὰ πάντα <i>Hom.Clem</i>.3.34, γλυκεροῦ βλέμματος ὀρφανίσας <i>AP</i> 9.159<br /><b class="num">•</b>fig. de la mente ὡς ἀγαθὸς πύκτης, ἀμετεώριστον ἔχει τὸ τῆς ψυχῆς β. Basil.M.31.208A, τοῦ φρονήματος τὸ β. Mac.Magn.<i>Apocr</i>.2.21 (p.44), τῷ τῆς διανοίας βλέμματι Gel.Cyz.<i>HE</i> 2.19.22.<br /><b class="num">II</b> [[aspecto]] ἓν ἦμαρ ἡδὺ βλέμμ' ἔχειν μόνον E.<i>HF</i> 306, τὸ β. θ' ὡς ἔχοιμι μαλακὸν καὶ καλόν Ar.<i>Pl</i>.1022, cf. Philetaer.5, τοῦ Πολέμου τοῦ βλέμματος Ar.<i>Pax</i> 239, κακοῦργος εὐθὺς ἀπὸ τοῦ βλέμματος Men.<i>Dysc</i>.258, β. ... θαυμάζοντες [[αὐτοῦ]] Plu.2.84e, cf. Gal.17(2).146, Philostr.<i>VA</i> 3.36, Aristaenet.1.13.33, ἀναίσχυντον <i>POxy</i>.471.60 (II d.C.), πρὸς τὸ σύνηθες β. ἀποκαθιστάμενος Hld.1.3.6.
}}
{{Abbott
|astxt=* [[βλέμμα]], -τος, τό (< [[βλέπω]]), <br />a look, a glance: βλέμματι καὶ ἀκοῇ, II Pe 2:8, sight and hearing, a sense not found for β. in Gk. lit., but perh. recognized in the vernacular (ICC, in l.)†
}}
}}

Revision as of 15:09, 25 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βλέμμα Medium diacritics: βλέμμα Low diacritics: βλέμμα Capitals: ΒΛΕΜΜΑ
Transliteration A: blémma Transliteration B: blemma Transliteration C: vlemma Beta Code: ble/mma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A look, glance, E.HF306, Ar.Pl.1022, D.21.72, Antiph.235, 2 Ep.Pet.2.8, POxy.471.60 (ii A. D.); eyesight, AP9.159; βλεμμάτων βολή A.Fr.242.

German (Pape)

[Seite 448] τό, der Blick, Anblick, Eur. Herc. fur. 306; μαλακόν Ar. Plut. 1022; vgl. 367; Dem. 21, 72; Sp.; βλέμματα, die Augen, Aesch. frg. 224; Antiphan. Ath. II, 38 b.

Greek (Liddell-Scott)

βλέμμα: τό, (βλέπω) = κύτταγμα, «ματιά», Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 306. Ἀριστοφ. Πλ. 1022, Δημ., κτλ.· αὐτὸς ὁ ὀφθαλμός, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 238. Ἀντιφ. ἐν Ἀδήλ. 12.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
regard.
Étymologie: βλέπω.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
I 1mirada βλεμμάτων ῥέπει βολή A.Fr.242, οὐδὲ τὸ β. αὐτὸ κατὰ χώραν ἔχει Ar.Pl.367, οὐδ' ἂν ἀπαγγεῖλαι δύναιθ' ἑτέρῳ, τῷ σχήματι, τῷ βλέμματι, τῇ φωνῇ D.21.72, ἀμφότερα μηνύει γὰρ ἀπὸ τῶν βλεμμάτων Antiph.232.4, cf. Arist.Pr.958a18, βλέμματι γὰρ καὶ ἀκοῇ ὁ δίκαιος ἐγκατοικῶν ἐν αὐτοῖς 2Ep.Petr.2.8, cf. Philostr.VS 491, τὸ β. καὶ τὸ χρῶμα τοῦ προσώπου Gal.14.632, β. μόνον ἤρκεσε τηρουμένης παρθένου Ach.Tat.1.9.3, τὸ β. οὐ μετατρεπόμενον D.Chr.1.71, cf. 79, ἦν σφόδρα βουλομένης τὸ β. Aristaenet.1.16.26, 2.5.4, μή σου τὸ β. ἁμαρτανέτω Cyr.H.Procatech.8, cf. Gel.Cyz.HE 2.19.20, ῥεμβῶδες Plu.2.45d, cf. 680e, 780a, ἄθυμον X.Eph.1.5.2, cf. 13.3, περίπικρον Herm.Sim.6.2.5, τετραμμένον εἰς γῆν Clem.Al.Fr.44.
2 sentido de la vista τὰ τοῦ σώματος αἰσθητήρια, β., ἀκοή, καὶ τὰ ἄλλα Epiph.Const.Haer.9.4.11
ojo λέγω δὲ τά τε χρώματα, ῥάμφη, ὄνυχας, βλέμματα ... καὶ τὰ λοιπὰ πάντα Hom.Clem.3.34, γλυκεροῦ βλέμματος ὀρφανίσας AP 9.159
fig. de la mente ὡς ἀγαθὸς πύκτης, ἀμετεώριστον ἔχει τὸ τῆς ψυχῆς β. Basil.M.31.208A, τοῦ φρονήματος τὸ β. Mac.Magn.Apocr.2.21 (p.44), τῷ τῆς διανοίας βλέμματι Gel.Cyz.HE 2.19.22.
II aspecto ἓν ἦμαρ ἡδὺ βλέμμ' ἔχειν μόνον E.HF 306, τὸ β. θ' ὡς ἔχοιμι μαλακὸν καὶ καλόν Ar.Pl.1022, cf. Philetaer.5, τοῦ Πολέμου τοῦ βλέμματος Ar.Pax 239, κακοῦργος εὐθὺς ἀπὸ τοῦ βλέμματος Men.Dysc.258, β. ... θαυμάζοντες αὐτοῦ Plu.2.84e, cf. Gal.17(2).146, Philostr.VA 3.36, Aristaenet.1.13.33, ἀναίσχυντον POxy.471.60 (II d.C.), πρὸς τὸ σύνηθες β. ἀποκαθιστάμενος Hld.1.3.6.

English (Abbott-Smith)

  • βλέμμα, -τος, τό (< βλέπω),
    a look, a glance: βλέμματι καὶ ἀκοῇ, II Pe 2:8, sight and hearing, a sense not found for β. in Gk. lit., but perh. recognized in the vernacular (ICC, in l.)†