οἰκτίρμων: Difference between revisions

strοng
(6_16)
(strοng)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''οἰκτίρμων''': -ον, γεν. ονος, [[ἐλεήμων]], [[πλήρης]] ἐλέους καὶ οἰκτιρμῶν, Θεόκρ. 15. 75, Ἀνθ. Π. 7. 359, Καιν. Διαθ.
|lstext='''οἰκτίρμων''': -ον, γεν. ονος, [[ἐλεήμων]], [[πλήρης]] ἐλέους καὶ οἰκτιρμῶν, Θεόκρ. 15. 75, Ἀνθ. Π. 7. 359, Καιν. Διαθ.
}}
{{StrongGR
|strgr=from [[οἰκτείρω]]; [[compassionate]]: [[merciful]], of [[tender]] [[mercy]].
}}
}}