λιβανομάντης

From LSJ
Revision as of 14:30, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

παρελθέτω ἀπ' ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτοspare me this | let this cup pass from me

Source

Greek Monolingual

ο, θηλ. λιβανόμαντις και λιβανομάντισσα (Μ λιβανόμαντις, ὁ, ἡ)
αυτός που ασκεί μαντεία από τη διεύθυνση ή το σχήμα του καπνού του καιγόμενου λιβανιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λίβανος + μάντις (πρβλ. αριστό-μαντις, οιωνό-μαντις)].