δαϊκτήρ

From LSJ
Revision as of 22:08, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3)

ἐν δὲ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσ' ἀρετὴ ἔνι → in justice is all virtue found in sum, in justice is every virtue there is, in justice every virtue is brought together, justice contains in itself all the virtues

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δᾰϊκτήρ Medium diacritics: δαϊκτήρ Low diacritics: δαϊκτήρ Capitals: ΔΑΪΚΤΗΡ
Transliteration A: daïktḗr Transliteration B: daiktēr Transliteration C: daiktir Beta Code: dai+kth/r

English (LSJ)

ῆρος, ὁ,

   A slayer, murderer, of Ares, Alc.28.    2 as Adj., heart-rending, γόος A.Th.916 (lyr.).

German (Pape)

[Seite 514] ῆρος, ὁ, γόος, herzzerreißende Trauer, Aesch. Spt. 899.

Greek (Liddell-Scott)

δᾰϊκτήρ: ῆρος, ὁ, φονεύς, ὁ φονεύων ἐπὶ τοῦ Ἄρεως, Ἀλκαῖ. 20 Ahr. 2) ὡς ἐπίθ., σπαράσσων, φθείρων, γόος Αἰσχύλ. Θήβ. 916· πρβλ. δαϊκτής, δαΐκτωρ.

French (Bailly abrégé)

ῆρος;
adj. m.
déchirant (gémissement).
Étymologie: δαΐζω.

Spanish (DGE)

-ῆρος
desgarrador, γόος A.Th.916
c. gen. τῆς καρδίας μου Sch.A.Supp.798.

Greek Monolingual

δαϊκτήρ (-ῆρος), ο (Α) δαΐζω (Ι)]
1. αυτός που σκοτώνει (για τον Άρη)
2. ως επίθ. ο σπαραχτικός («δαϊκτὴρ γόος», Αιοχ).

Greek Monotonic

δᾰϊκτήρ: -ῆρος, ὁ, φονιάς· ως επίθ., αυτός που σπαράζει την καρδιά, που ξεσχίζει την καρδιά, σε Αισχύλ.