Ὡς ἡδὺ κάλλος, ὅταν ἔχῃ νοῦν σώφρονα → Quam dulce facies pulchra cum ingenio probo → Wie froh macht Schönheit, wenn sie klugen Sinn besitzt
-η, -ο
αυτός που έχει κακή σάρκα, που η σάρκα του υφίσταται εύκολα διαπύηση ή που δύσκολα θεραπεύεται.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κακ(ο)- + -σαρκος (< σάρξ, -κός), πρβλ. αραιό-σαρκος, μαλακό-σαρκος].