ἡ πρὸς τοὺς ἄρρενας συνουσία → passionate friendship between males
Full diacritics: κᾰλῑάδιον | Medium diacritics: καλιάδιον | Low diacritics: καλιάδιον | Capitals: ΚΑΛΙΑΔΙΟΝ |
Transliteration A: kaliádion | Transliteration B: kaliadion | Transliteration C: kaliadion | Beta Code: kalia/dion |
τό, Dim. of sq.,
A model of a hut, κ. ἐλεφάντινον JHS41.196 (Delos, ii B. C.).
καλιάδιον, τὸ (Α) καλιά
επιγρ. (υποκορ. του καλιά) ομοίωμα καλύβας («καλιάδιον ἐλεφάντινον», επιγρ.).