κυανόφυτα

From LSJ
Revision as of 14:00, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἔστι δίκης ὀφθαλμός ὃς τά πανθ' ὁρᾶ → there is an eye of justice that sees everything, all-seeing justice

Source

Greek Monolingual

τα
βοτ. υποδιαίρεση του φυτικού βασιλείου στην οποία ανήκουν μονοκύτταροι, πρωτόγονοι από εξελικτική άποψη, αυτότροφοι οργανισμοί και η οποία κατέχει, στη συστηματική ταξινόμηση, θέση μεταξύ τών βακτηρίων και τών φυκών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. cyanophytes < cyan(o)- (< κύανος) + -phytes (< φυτόν)].