σταδία

From LSJ
Revision as of 09:46, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἄνω ποταμῶν ἱερῶν χωροῦσι παγαί → the springs of sacred rivers flow upward, backward to their sources flow the streams of holy rivers

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σταδία Medium diacritics: σταδία Low diacritics: σταδία Capitals: ΣΤΑΔΙΑ
Transliteration A: stadía Transliteration B: stadia Transliteration C: stadia Beta Code: stadi/a

English (LSJ)

ἡ λυχνία, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

σταδία: ἡ, «ἡ λυχνία» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

η, ΝΑ
νεοελλ.
1. (γεωδ.-τοπογρ.) κανόνας γνωστού μήκους ο οποίος, σε συνδυασμό με ένα σταδιόμετρο, χρησιμοποιείται για την έμμεση οπτική μέτρηση αποστάσεων κατά τις τοπογραφικές και γεωδαιτικές εργασίες
2. φρ. α) «οριζόντια σταδία» — οριζόντια σταδία με ή χωρίς υποδιαιρέσεις και με σημειωμένα τα άκρα της, τα οποία έχουν μεταξύ τους μια ακριβώς προσδιορισμένη απόσταση
β) «κατακόρυφη σταδία» — μεγάλη σταδία με υποδιαιρέσεις η οποία τοποθετείται κατακόρυφα και αποτελεί τον στόχο κατά τη σκόπευση με κατάλληλο όργανο
αρχ.
(κατά τον Ησύχ.) «ἡ λυχνία».
[ΕΤΥΜΟΛ. < στάδιος «αλύγιστος, ορθωμένος». Το αρχ. ερμήνευμα της λ. οφείλεται πιθ. στην ορθή θέση της λυχνίας].