τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς δεῖξαι → show the heels, show a clean pair of heels, show the hollow of the foot, run away
ὁ, Μαυτός που οδηγεί χοίρους.[ΕΤΥΜΟΛ. < χοῖρος + -δέτης (< δέω «δένω»), πρβλ. ἱπποδέτης.