λωβήτειρα
From LSJ
οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότε → after taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured
οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότε → after taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured
Full diacritics: λωβήτειρα | Medium diacritics: λωβήτειρα | Low diacritics: λωβήτειρα | Capitals: ΛΩΒΗΤΕΙΡΑ |
Transliteration A: lōbḗteira | Transliteration B: lōbēteira | Transliteration C: loviteira | Beta Code: lwbh/teira |
fem. of sq., AP9.251 (Even.).
λωβήτειρα: θηλ. τοῦ λωβητήρ, Ἀνθ. Π. 9. 251.
λωβήτειρα: θηλ. του λωβητήρ, σε Ανθ.
λωβήτειρα: Anth. f к λωβητήρ.
Anth. f к λωβητήρ.
[fem. of λωβητήρ, Anth.]