οὕτως ἔσονται οἱ ἔσχατοι πρῶτοι καὶ οἱ πρῶτοι ἔσχατοι· πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί → so the last shall be first and the first last for many be called but few chosen
Αἰθιοπία, ἡ.
An Ethiopian: Αἰθίοψ, -οπος, ὁ.
Ethiopian, adj.: Αἰθιοπικός, V. adj., Αἰθιόπιος (Eur., Fragment 349). Fem. adj., Αἰθιοπίς, -ίδος (Eur., Fragment 228).