Κατακεκαυμένη
From LSJ
Ἡμερὶ πανθέλκτειρα, μεθυτρόφε, μῆτερ ὀπώρας ... → All-soothing vine, nurse of the wine, vintage's mother ... (Anthologia Palatina 7.24.1)
Full diacritics: Κατακεκαυμένη | Medium diacritics: Κατακεκαυμένη | Low diacritics: Κατακεκαυμένη | Capitals: ΚΑΤΑΚΕΚΑΥΜΕΝΗ |
Transliteration A: Katakekauménē | Transliteration B: Katakekaumenē | Transliteration C: Katakekavmeni | Beta Code: *katakekaume/nh |
ἡ, A v. κατακαίω:—hence κατακεκαυμενίτης οἶνος, wine from that district, Str.13.4.11.
Κατακεκαυμένη, ἡ (Α)
βλ. κατακαίω.