θεριστήριον
From LSJ
Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν → Being rich can even produce a social conscience → Animos nonnumquam humanos concinnant opes → Mitunter macht der Reichtum Menschen auch human
English (LSJ)
τό, A reaping-hook, LXX 1 Ki.13.20 (v.l. θέριστρον), Max.Tyr.30.6.
Greek (Liddell-Scott)
θεριστήριον: τό, θεριστικὸν ὄργανον, δρέπανον, Ἑβδ. (Α΄ Βασιλ. ΙΓ΄, 20, διάφ. γραφ. θέριστρον), Μάξ. Τύρ. 30. 6.