ἐν πίθῳ ἡ κεραμεία γιγνομένη → trying to run before you can walk, the potter's art starting on a big jar
Full diacritics: κτισμός | Medium diacritics: κτισμός | Low diacritics: κτισμός | Capitals: ΚΤΙΣΜΟΣ |
Transliteration A: ktismós | Transliteration B: ktismos | Transliteration C: ktismos | Beta Code: ktismo/s |
ὁ, A foundation, πόλεως IGRom.4.914 (Cibyra).
κτισμός, ὁ (Α) κτίζω
επιγρ. θεμελίωση, ίδρυση, κτίση.