περισσοκαλλής

From LSJ
Revision as of 20:10, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ πλουσία (τέκνα καὶ) γυνή → Duxisse ditem, servitus magna est viro → Gar sehr tyrannisiert die reiche Frau den Mann

Menander, Monostichoi, 363
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περισσοκαλλής Medium diacritics: περισσοκαλλής Low diacritics: περισσοκαλλής Capitals: ΠΕΡΙΣΣΟΚΑΛΛΗΣ
Transliteration A: perissokallḗs Transliteration B: perissokallēs Transliteration C: perissokallis Beta Code: perissokallh/s

English (LSJ)

ές, A exceeding beautiful, Cratin.238.

Greek (Liddell-Scott)

περισσοκαλλής: -ές, ὁ εἰς ὑπερβολὴν ὡραῖος, περικαλλής, Κρατῖν. εἰς «Χείρωσι». 1.

Greek Monolingual

-ές, Α
εξαιρετικά ωραίος, περικαλλής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περισσός + -καλλής (< κάλλος), πρβλ. περι-καλλής].