προσυπολογίζω
From LSJ
Ἦθος πονηρὸν φεῦγε καὶ κέρδος κακόν → Iniusta fuge compendia et mores malos → Charakterlosigkeit und Unrechtsvorteil flieh
English (LSJ)
A subtract besides, Ptol.Geog.1.13.7.
Greek (Liddell-Scott)
προσυπολογίζω: ὑπολογίζω προσέτι, Πτολ.
Greek Monolingual
ΝΑ ὑπολογίζω
νεοελλ.
υπολογίζω επιπροσθέτως, συνυπολογίζω
αρχ.
αφαιρώ κάτι επί πλέον.